ΣΠΟΡ

Κάτι κουρασμένα παλικάρια

Ο Βασίλης Βλαχόπουλος γράφει για την αντιαισθητική εικόνα του Άρη και το slow motion μπάσκετ που αποδίδει δείχνοντας ομάδα βετεράνων παικτών…

Όλοι κρίνονται κρίνονται στη διάρκεια της αγωνιστικής περιόδου, ανεξαρτήτως όμως της πορείας που θα έχει ο Άρης, οι προσωπικές ενστάσεις βρίσκονται στη λογική στη δημιουργία ομάδας. Δεν είναι μόνο το γεγονός ότι τα χαρακτηριστικά των παικτών που επιλέχθηκαν δεν υπηρετούν τα βασικά στοιχεία που οφείλει να έχεις ένας αθλητής στο σύγχρονο μπάσκετ, όπως είναι η αθλητικότητα και η ένταση, όσο το γεγονός ότι (προφανώς) δεν λήφθηκε υπόψη μια σημαντική παράμετρος της εποχής. Η οκτάμηνη αποχή από τους αγωνιστικούς χώρους και το επίπεδο αλλοίωσης των στοιχείων του κάθε αθλητή. Πλην ελαχίστων εξαιρέσεων, σε παίκτες… περασμένης ηλικίας η αλλοίωση σε μεγάλο βαθμό είναι τουλάχιστον αναπόφευκτη.

Προφανώς η ομάδα δημιουργήθηκε υπό το καθεστώς των περιορισμών λόγω της απαγόρευσης μεταγραφών κι ενδεχομένως να εμπεριέχει αρκετή δόση αλήθειας αυτό που μου είπε ένας καλός φίλος. Δηλαδή ότι… «δεν έγινε ομάδα επιλογής, αλλά ανάγκης». Τούτο είναι κατά το ήμισυ αληθές γιατί όσοι ήρθαν, δεν αποτέλεσαν τις μοναδικές επιλογές. Η δεξαμενή είχε κι άλλους παίκτες, μικρότερης ηλικίας, χαμηλότερου κόστους, περισσότερης αθλητικότητας κι ενδεχομένως με υψηλότερο κίνητρο, αλλά απορρίφθηκαν. Γιατί αυτή η ομάδα που είδατε στο Αγρίνιο κοστίζει περίπου 500.000 ευρώ. Αγωνιστικό μπάτζετ, δηλαδή συμβόλαια παικτών.

Το αρχικό πλάνο ήταν διαφορετικό, περιλάμβανε αμιγώς ελληνική ομάδα, προς αυτήν την κατεύθυνση κινήθηκε, αλλά αντιμετώπισε τη δυσπιστία της αγοράς. Το συγκεκριμένο γεγονός καλλιέργησε νευρικότητα, αυτή εξελίχθηκε σε απόγνωση και τελικώς έφτασε στο σημείο επιλογής για ρόλο πρωταγωνιστών, παίκτες των οποίων το κίνητρο αμφισβητείται και ταυτοχρόνως, αυτή τη στιγμή δεν είναι αθλητές. Αυτό ισχύει για τους Μάριο Τσάλμερς, Τζαμάλ Σούλερ, Μάριο Λιτλ, Μίλαν Μιλόσεβιτς, Βλάντιμιρ Ντραγκίτσεβιτς και πολύ περισσότερο για τον τελευταίο καθώς τα περιττά κιλά σε συνδυασμό με την πολύμηνη αποχή έχουν αλλοιώσει τα πάντα επάνω του. Αδυνατεί να ακολουθήσει τον ρυθμό ενός αγώνα, το slow motion είναι απαραίτητο για να μην μείνει πολύ πίσω (σε ταχύτητα) σε σχέση με τους συμπαίκτες του και κυρίως, δεν έχει τη δύναμη να αντέξει τους κραδασμούς κάτω από τη ρακέτα, πολλώ δε μάλλον να δώσει μάχες.

Ο μέσος όρος ηλικίας των παικτών που συμπεριλήφθηκαν στην αποστολή ξεπέρασε τα 30 έτη. Η ηλικία μπορεί να σημαίνει πολλά αλλά και τίποτε. Υπάρχει η ημερομηνία γέννησης που αναγράφεται στον φάκελο ενός αθλητή, υπάρχει όμως και η οργανική ηλικία η οποία προσδιορίζεται αναλόγως των αντοχών του καθενός, υπό την έννοια ότι υπήρχε και η περίπτωση του Τζο Αρλάουκας ο οποίος έτρωγε σίδερα όταν φόρεσε τη φανέλα του Άρη κι ας ήταν περασμένα 34α. Όπως και του 35χρονου Σιγάλα που δεν μπορούσες να τον περάσεις. Και οι δύο όμως είχαν απίστευτο κίνητρο, καμία σχέση δηλαδή μ’ αυτό που απελπισμένα έψαξε να βρει ο Σάββας Καμπερίδης στους παίκτες του, στη διάρκεια του αγώνα με το Μεσολόγγι. Πρωτίστως είναι θέμα προσωπικότητας.

Η έλλειψη κινήτρου σε συνδυασμό με τη σωματική κατάσταση και τα χαρακτηριστικά που δεν υπάρχουν, είχαν ως συνέπεια να μοιάζει ο Άρης με ομάδα βετεράνων η οποία δεν μπορούσε να ακολουθήσει τον ρυθμό μιας τρομερά μέτριας ομάδας όπως το Μεσολόγγι. Απλά στο τέλος κράτησε τα προσχήματα χάρη στον Δημήτρη Φλιώνη ο οποίος έβαλε δύο κρεμασμένα σουτ και έκανε τρία κλεψίματα σε μια προσωπική και απεγνωσμένη προσπάθεια διάσωσης της κατάστασης. Χωρίς αυτόν, δεν υπήρχε περίπτωση να έφτανε το παιχνίδι στο buzzer beater του Ντεβόντε Γκριν.

ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ Ο ΣΤΟΧΟΣ;

Επιμένω, ωστόσο, να μην θέλω να ασχοληθώ με το συγκεκριμένο παιχνίδι και την αντιαισθητική εικόνα που παρουσίασε ο Άρης, ανεξαρτήτως του ότι έφτασε στις 16 συνεχόμενες εκτός έδρας ήττες και του απλού ερωτήματος που προκύπτει, αν όχι στο Αγρίνιο πού θα κερδίσει; Βασικό ζητούμενο είναι η αγωνιστική λογική και αναρωτιέμαι τι ακριβώς θέλει να πετύχει φέτος ο Άρης. Να παίξουν έναν ακόμη χρόνο μπάσκετ οι παλιοσειρές πριν πάρουν την απόφαση απόσυρσης από την ενεργό δράση; Στη λογική της εξέλιξης που οφείλει να έχει μια ομάδα, ποια θα είναι η παρακαταθήκη της φετινής χρονιάς;

Αν ο Δημήτρης Φλιώνης δείξει την προσωπικότητα που έδειξε στο Αγρίνιο, βρήκαμε ένα κέρδος. Μακάρι να είναι η χρονιά του και είναι αλήθεια ότι όσο ήταν στο παρκέ απέναντι στο Μεσολόγγι, ο Άρης έπαιζε κάτι, γιατί όσο έλειπε, αυτό που παρουσίαζε ήταν μπάσκετ αλάνας με αποκορύφωμα το σύνολο των αποφάσεων του Τσάλμερς στην τελευταία περίοδο καθώς κατέστρεφε ό,τι με κόπο έχτιζαν οι συμπαίκτες του στην άμυνα.

Υπάρχουν όμως κι άλλα παιδιά τα οποία στην προετοιμασία ήταν από τους καλύτερους της ομάδας και δεν ήταν στην αποστολή. Ο Γιάννης Σιδηροηλίας, πέρυσι, δοκιμάστηκε και πέτυχε. Είναι παιδί από τα σπλάχνα του Άρη το οποίο σίγουρα θα μπορούσε να ματσάρει τη αθλητικότητα των αντιπάλων του. Όπως υπάρχει και ο Όμηρος Νετζήπογλου ένα ακόμη δικό του παιδί το οποίο άφησε εξαιρετικές εντυπώσεις στο διάστημα της προετοιμασίας. Γιατί ο Άρης αποφεύγει να δώσει ρόλο (δεν μιλάμε για χρόνο συμμετοχής) σε δύο δικά του παιδιά; Τον φοβίζουν οι συνθήκες; Δηλαδή, μπορεί να υπάρξει χειρότερο από αυτό που παρουσίασε στο Αγρίνιο;

Μην ξεχνάμε ότι, Αλέξανδρος Βεζένκοφ και Λευτέρης Μποχωρίδης, αναδείχθηκαν σε μια εποχή αντίστοιχη της φετινής ή μάλλον, ακόμη δυσκολότερης. Γιατί τη σεζόν 2013-14, τα (τότε) δύο αμούστακα παιδιά μετά από 3-4 βραδιές έγιναν άνδρες. Και δεν είχαν την πολυτέλεια να ακουμπήσουν στον ώμο ενός μπαρουτοκαπνισμένου, αλλά περπάτησαν ολομόναχοι στη λεωφόρο του επαγγελματικού μπάσκετ και με μεγάλη δόση ευθύνης σε οτιδήποτε έκαναν.

Καταλήγοντας, δεν γνωρίζω αν κι αυτή η χρονιά θα είναι πλούσια σε καρδιοχτύπι, όπως συμβαίνει δηλαδή στα προηγούμενα χρόνια. Μακάρι να αλλάξει άρδην η αγωνιστική εικόνα της ομάδας, οι τωρινοί βετεράνοι να μεταλλαχθούν σε κανονικοί αθλητές αλλά η όλη λογική δεν συνάδει με ομάδα που θέλει να προοδεύσει…

Βασίλης Βλαχόπουλος – gazzetta.gr