ΕΛΛΑΔΑ

Θεσσαλονίκη, μια δύσκολη περίπτωση

Η συγκέντρωση του ιικού φορτίου στα λύματα της Θεσσαλονίκης είναι αυτή τη στιγμή στο επίπεδο που ήταν στις 6 Νοεμβρίου, όταν στην πόλη είχαν καταγραφεί 680 κρούσματα

Η Θεσσαλονίκη πέρασε στο κόκκινο, επίπεδο 4, του χάρτη υγειονομικής ασφάλειας στις 30 Οκτωβρίου.

Στις 3 Νοεμβρίου, η πόλη μπήκε σε καθολικό lockdown. Κι όμως, σχεδόν ένα μήνα μετά, τα κρούσματα παραμένουν ανησυχητικά πολλά, δημιουργώντας ερωτήματα σχετικά με το τι συμβαίνει στη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Ελλάδας, η οποία είναι και το επίκεντρο του κορωνοϊού στη χώρα.

Ο περιφερειάρχης Κεντρικής Μακεδονίας Απόστολος Τζιτζικώστας λέει στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ πως η συντριπτική πλειονότητα του κόσμου τηρεί τα μέτρα, ενώ και η «μικρή μειοψηφία» που δεν το κάνει «μειώνεται καθημερινά, γιατί βλέπει πού οδηγεί η μη τήρηση των μέτρων». Συμπληρώνει πως τα στοιχεία δείχνουν ότι γίνονται πολλοί έλεγχοι από την ΕΛ.ΑΣ., τα κλιμάκια της οποίας δρουν συχνά σε συνδυασμό με αυτά της δημοτικής αστυνομίας. Ο ίδιος αναφέρει πως αυτές τις μέρες σημειώνεται μια σταθερή πτωτική τάση στα κρούσματα, ενώ η εβδομάδα που διανύουμε θα κρίνει αν θα χρειαστούν επιπλέον μέτρα ή όχι στη Θεσσαλονίκη.

«Η κοινωνία δεν έχει πάρει στο σύνολό της σοβαρά την κατάσταση», λέει στην «Κ» ο Γιάννης Δαρδαμανέλης, δήμαρχος Καλαμαριάς, όπου, όπως αναφέρει, υπάρχει έντονη συγκέντρωση του ιού.

Τονίζει ότι ο δήμος έχει λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα και πως η παραλία Θεσσαλονίκης δεν θα έπρεπε να κλείσει όπως είχε γίνει για ένα διάστημα στο πρώτο lockdown – απεναντίας θα έπρεπε να υπάρχουν περισσότεροι χώροι πρόσφοροι για την εκτόνωση του κόσμου. Παρ’ όλα αυτά, δηλώνει πως ένα ποσοστό του κόσμου περνάει πολύ χρόνο εκτός σπιτιού, κάτι που ίσως βοηθάει στη μετάδοση του ιού.

«Βλέπω ανθρώπους που πριν δεν έβγαιναν από το σπίτι τους, ξαφνικά, να έχουν γίνει μαραθωνοδρόμοι και να είναι όλη μέρα έξω», λέει ο ίδιος, συμπληρώνοντας πως, για να επιστρέψει η πόλη σε μια κάποια κανονικότητα, χρειάζεται αυστηρότερη τήρηση των μέτρων. «Υστερα από τόσες μέρες κλεισμένοι μες στα σπίτια, δεν έχει καμία άλλη εξήγηση παρά το ότι καταστρατηγείται η έννοια της καραντίνας», σημειώνει.

Οι περισσότεροι από τους ανθρώπους που βρίσκονται έξω είναι νόμιμα εκεί έχοντας στείλει μήνυμα, αλλά ο κ. Δαρδαμανέλης αναφέρει πως ο Δήμος Καλαμαριάς δεν διαθέτει καν δημοτική αστυνομία.

Σύμφωνα με μαρτυρίες κατοίκων διαφόρων περιοχών της Θεσσαλονίκης στην «Κ», οι έλεγχοι της αστυνομίας είναι ανεπαρκείς.

Την προηγούμενη εβδομάδα, η Περιφερειακή Ενωση Δήμων Κεντρικής Μακεδονίας έστειλε μία επιστολή, την οποία έχει δει η «Κ», σε φορείς της κυβέρνησης, ζητώντας εκτός των άλλων την εντατικοποίηση ελέγχων από την ΕΛ.ΑΣ. –κάτι για το οποίο δεσμεύθηκε νωρίτερα αυτή την εβδομάδα ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης– και από τη δημοτική αστυνομία. Η ένωση ζήτησε επίσης την ενημέρωση των δήμων από τις Αρχές σχετικά με τον επιμερισμό των κρουσμάτων σε κάθε περιοχή, κάτι το οποίο προς το παρόν δεν γίνεται.

Ο δήμαρχος Πυλαίας-Χορτιάτη Ιγνάτιος Καϊτεζίδης λέει στην «Κ» πως υπάρχουν 6 δημοτικοί αστυνομικοί στον δήμο – «τι μπορεί να εποπτεύσουν στην περιοχή μου;». Ο ίδιος τονίζει πως στις 22 Οκτωβρίου, όταν ο Νίκος Χαρδαλιάς είχε μεταβεί στη Θεσσαλονίκη, όλες οι εισηγήσεις της αυτοδιοίκησης της πόλης ήταν να ληφθούν «άμεσα και αυστηρά μέτρα». Το ίδιο πιστεύει και τώρα.

«Θα πρέπει τουλάχιστον για τις δύο πρώτες εβδομάδες του Δεκεμβρίου να αυστηροποιηθεί ο έλεγχος της τήρησης των μέτρων για να μπορέσουμε να πλησιάσουμε μια μορφή κανονικότητας και να γίνει κατανοητό ότι αυτά τα μέτρα πρέπει να τηρούνται στο 100%», λέει ο κ. Καϊτεζίδης.

Στον Δήμο Κορδελιού-Ευόσμου, ο οποίος είναι ο δεύτερος σε πληθυσμό δήμος της Βορείου Ελλάδος, υπάρχουν 15 δημοτικοί αστυνομικοί, οι οποίοι μαζί με την ΕΛ.ΑΣ. πραγματοποιούν περιπολίες, σύμφωνα με τον δήμαρχο Κλεάνθη Μανδαλιανό. «Σχετικά τώρα με το εάν θα πρέπει να ληφθούν επιπλέον μέτρα, νομίζω ότι είναι νωρίς», λέει ο ίδιος.

Τα λύματα

Ο Θοδωρής Καραπάντσιος, μέλος της διεπιστημονικής ομάδας ερευνητών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης που σε συνεργασία με την ΕΥΑΘ εξετάζει τη συγκέντρωση του ιικού φορτίου στα λύματα της Θεσσαλονίκης, λέει στην «Κ» πως αυτή την εβδομάδα έχουν δει 50% μείωση από την προηγούμενη. Η μείωση είναι μεγάλη, τονίζει, αλλά δεν είναι αρκετή, και η συγκέντρωση είναι αυτή τη στιγμή στο επίπεδο που ήταν στις 6 Νοεμβρίου, όταν στη Θεσσαλονίκη είχαν καταγραφεί 680 κρούσματα.

«Θέλουμε τουλάχιστον άλλες 10 ημέρες, ίσως και λίγο παραπάνω, για να φτάσουμε να βλέπουμε κρούσματα κάτω από τα 300», με απαραίτητο δεδομένο πως τα μέτρα θα συνεχίσουν να τηρούνται όπως τώρα, συμπληρώνει. Αναφέρει ότι τα μέτρα φαίνεται να αποδίδουν, αλλά πως έπρεπε να είχαν ληφθεί μία εβδομάδα πιο γρήγορα, κάτι το οποίο δήλωσε και ο πρωθυπουργός νωρίτερα αυτό τον μήνα.

Τα μέτρα ενδεχομένως δεν έχουν τηρηθεί με την αυστηρότητα που χρειάζεται, κυβερνητικές πηγές αναφέρουν στην «Κ», καθώς η μείωση ιικού φορτίου υπάρχει, αλλά είναι αργή.

Στην περιφέρεια

Ο Αλκης Βατόπουλος, καθηγητής Μικροβιολογίας και μέλος της επιτροπής αντιμετώπισης εκτάκτων συμβάντων δημόσιας υγείας, τονίζει ότι τα κρούσματα έχουν σταματήσει να αυξάνονται σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη, αλλά αυτό που τον ανησυχεί είναι πως δείχνουν αυξητική τάση στην υπόλοιπη Ελλάδα. Η βασική διαφορά με τον Μάρτιο είναι πως όταν ξεκίνησε το τωρινό lockdown υπήρχαν ήδη πολλά κρούσματα, οπότε χρειάζεται περισσότερος χρόνος και περισσότερη προσπάθεια για να πέσουν. Αναφέρει ότι «δεν πρέπει να είμαστε κατηγορητικοί απέναντι στους ανθρώπους» –σχετικά με το αν προσέχουν αρκετά ή όχι οι Θεσσαλονικείς–, καθώς είναι ένας ιός που μεταδίδεται πολύ εύκολα. Ωστόσο, όσο περισσότερο ο κόσμος περιορίσει τις μετακινήσεις του, τόσο πιο γρήγορα θα πέσουν τα κρούσματα, τονίζει. «Δεν είναι μετεωρολογικό φαινόμενο που πρέπει να κάνει την πορεία του, εξαρτάται από το πώς θα λειτουργήσει η κοινωνία».