Θεσσαλονίκη: Επάρκεια σε αίμα στα νοσοκομεία αλλά και πτώση στις αιμοδοσίες
H γρήγορη αντίδραση των υπηρεσιών αιμοδοσίας και του υπουργείου υγείας είχε ως αποτέλεσμα, σήμερα, στη Θεσσαλονίκη να υπάρχει επάρκεια σε αίμα, χωρίς όμως να χρειάζεται επανάπαυση.
«Υπάρχει επάρκεια για δύο λόγους. Το υπουργείο υγείας ανέστειλε τις προγραμματισμένες επεμβάσεις και τα εξωτερικά ιατρεία», εξηγεί η διευθύντρια του Κέντρου Αίματος του νοσοκομείου ΑΧΕΠΑ Ελένη Χασαποπούλου-Ματάμη. Για «συγκινητική ανταπόκριση των πολιτών» στις εκκλήσεις για αίμα τον τελευταίο μήνα, κάνει λόγο, από την πλευρά της, η διευθύντρια της υπηρεσίας αιμοδοσίας του νοσοκομείου Παπανικολάου Μαρία Γκανίδου, η οποία εκτιμά ότι σε αυτό συνέβαλε και το γεγονός ότι μονάδες αιμοδοσίας βγήκαν από τα νοσοκομεία και μπήκαν στις κοινότητες.
«Είναι πολύ πιο εύκολο για τον κόσμο να γίνεται η αιμοδοσία στον αστικό ιστό, στις γειτονιές. Στον Εύοσμο, για παράδειγμα, είχαμε και πολλά νέα παιδιά που ήρθαν για πρώτη φορά να δώσουν αίμα», τονίζει, επισημαίνοντας πως η προσφορά από τους δήμους της Θεσσαλονίκης για να διοργανώσουν αιμοδοσίες είναι τόσο μεγάλη, που έφτασαν στο σημείο να τους ζητούν να τις πραγματοποιήσουν σε έναν επόμενο χρόνο, οπότε και θα υπάρξει και πάλι μεγαλύτερη ανάγκη.
Θετική είναι η ανταπόκριση του κόσμου και στο κάλεσμα και του Ιπποκρατείου Νοσοκομείου για αιμοδοσία στην αίθουσα Νερού του Δημαρχείου, του Δήμου Θεσσαλονίκης, η οποία θα συνεχιστεί μέχρι το τέλος Μαΐου και θα επανεκτιμηθεί, εφόσον υπάρξει περαιτέρω ανάγκη.
Πέντε φορές κάτω οι αιμοδοσίες των τελευταίων ημερών
Η ανάγκη σε αίμα της επόμενης μέρας έχει ήδη αρχίσει να διαφαίνεται. «Φαίνεται να δικαιώνομαι στην κακή πρόβλεψη ότι μετά την αύξηση αιμοληψιών που σημειώθηκε μετά τις επανειλημμένες εκκλήσεις στις αρχές Μαρτίου, θα ακολουθήσει πτώση», σημειώνει, η κ. Χασαποπούλου- Ματάμη.
Έτσι, ενώ τις πρώτες μέρες στην Αίθουσα Αιμοδοσίας του ΑΧΕΠΑ που λειτουργεί μέσα στη ΔΕΘ γίνονταν μέχρι και 165 αιμοληψίες σε μία ημέρα, τώρα δεν ξεπερνούν τις 30-35. Την περίοδο Φεβρουαρίου- Μαρτίου 2020, το ΑΧΕΠΑ έχει αύξηση κατά περίπου 200 μονάδες αίματος σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του περασμένου έτους, στοιχείο ωστόσο που δεν πρέπει να καθησυχάζει, καθώς η εικόνα, σύμφωνα με την διευθύντρια του Κέντρου Αιμοδοσίας στο νοσοκομείο ΑΧΕΠΑ, αναμένεται να αλλάξει πολύ, όταν ξαναρχίσουν οι επεμβάσεις και ανοίξουν εκ νέου τα εξωτερικά ιατρεία.
Έτσι, ενώ λόγω αβεβαιότητας ως προς τη δυνατότητα τήρησης των μέτρων ασφαλείας που απαιτούνται για τον περιορισμό της πανδημίας COVID-19, το ΑΧΕΠΑ είχε σταματήσει τις εξωτερικές εξορμήσεις αιμοδοσίας από τα τέλη Μαρτίου, η κ. Χασαποπούλου- Ματάμη, τονίζει ότι «εάν δεν ξαναβάλουμε στο πρόγραμμα εξορμήσεις στους τόπους των συλλόγων εθελοντών αιμοδοτών, θα έχουμε πρόβλημα».
Έκκληση να συνεχίσει να δίνει ο κόσμος αίμα, απευθύνει και η διευθύντρια του τμήματος αιμοδοσίας στο Ιπποκράτειο νοσοκομείο της Θεσσαλονίκης, Παναγιώτα Χαλκιά. Παρ’ όλο που στο συγκεκριμένο νοσοκομείο τα αποθέματα σε αίμα είναι αυξημένα κατά 30% με 40% σε σχέση με μια «κανονική» εποχή, η κ. Χαλκιά υπογραμμίζει ότι μόλις ξεκινήσουν και πάλι τα χειρουργεία οι ανάγκες θα είναι ιδιαίτερα αυξημένες.
Συναισθηματική αιμοδοσία δεν σημαίνει σταθερή αιμοδοσία
Η κ. Γκανίδου δίνει μία ακόμη εξήγηση για τη μεγάλη προσέλευση των πολιτών στις αιμοδοσίες το τελευταίο διάστημα, κάνοντας λόγο για «συναισθηματική ανταπόκριση». Εκφράζει, δε, την ελπίδα ότι κάποια στιγμή θα φτάσουμε στο σημείο να έχουμε έναν σταθερό αριθμό εθελοντών-αιμοδοτών, ικανό να καλύψει τις ανάγκες, καθώς σύμφωνα με τους ειδικούς, η συναισθηματική αιμοδοσία δεν οδηγεί πάντα σε σταθερή αιμοδοσία. «Έρευνες δείχνουν ότι για να γίνει κάποιος σταθερός αιμοδότης πρέπει να έχει δώσει 4-5 φορές αίμα», εξηγεί η κ. Γκανίδου.
Οι αιμοδότες, αυτό το διάστημα, γρήγορα ξεπέρασαν και το άγχος ή τις όποιες τυχόν αναστολές είχαν να αιμοδοτήσουν στη σημερινή συγκυρία του νέου κορονοϊού. Όπως χαρακτηριστικά λέει η διευθύντρια της υπηρεσίας αιμοδοσίας του νοσοκομείου Παπανικολάου, «ο κόσμος βλέπει τα αυστηρά μέτρα προστασίας που παίρνουμε και ξεπερνά γρήγορα τις όποιες αναστολές του. Εξάλλου, η συντριπτική πλειοψηφία του κόσμου που έρχεται να δώσει αίμα, είναι πολύ συνειδητοποιημένοι και έχουν ενημερωθεί πολύ καλά».