ΕΛΛΑΔΑ

Η επίδραση του ιικού φορτίου στην απόδοση των μέτρων

Σύμφωνα με τη μελέτη, στην Ιταλία η πιο πιθανή ημερομηνία για την «ημέρα 0» ήταν η 14η Ιανουαρίου 2020, δύο εβδομάδες πριν από την επίσημη καταγραφή των πρώτων περιστατικών COVID-19 και πέντε εβδομάδες πριν από την καταγραφή του πρώτου κρούσματος στη Λομβαρδία

Κύρια αιτία για την αργή απόδοση του lockdown στον έλεγχο της πανδημίας του κορωνοϊού φαίνεται να είναι το πολύ υψηλό ιικό φορτίο πριν από την έναρξη της εφαρμογής του.

Αυτό καταδεικνύει η εμπειρία από το πρώτο κύμα στη Λομβαρδία της Ιταλίας, μια περιοχή που σύμφωνα με μελέτη στην οποία συμμετείχαν επιστήμονες του ΕΚΠΑ «μπήκε» σε συνθήκες lockdown όταν ο βασικός αριθμός αναπαραγωγής του ιού (R) ήταν στο 4,53 και χρειάστηκαν δύο μήνες ώστε αυτός να πέσει κάτω από τη μονάδα και να ελεγχθεί η επιδημία. Οπως αναφέρει στην «Κ» ο καθηγητής, διευθυντής του Εργαστηρίου Μικροβιολογίας της Ιατρικής Σχολής Αθηνών και αντιπρύτανης του ΕΚΠΑ και ένας εκ των βασικών ερευνητών, Αθανάσιος Τσακρής, «όταν υπάρχει πολύ υψηλό ιικό φορτίο σε μια περιοχή και ο ιός έχει περάσει στο οικογενειακό περιβάλλον και στους κλειστούς εργασιακούς χώρους, απαιτείται χρόνος για να ελεγχθεί η εξάπλωση του ιού. Ετσι εξηγείται και το γεγονός ότι ύστερα από ένα μήνα lockdown, μόλις τώρα έχουμε αρχίσει να βλέπουμε μια σχετική κάμψη της επιδημίας».

Οι επιστήμονες του ΕΚΠΑ Αθ. Τσακρής και Κλειώ Αναστοσοπούλου (αναπληρώτρια καθηγήτρια) συνεργάστηκαν με την ερευνητική ομάδα του Κωνσταντίνου Σιέττου, αναπληρωτή καθηγητή Εφαρμοσμένων Μαθηματικών στο Πανεπιστήμιο της Νάπολης, και της Λουτσία Ρούσο, ερευνήτριας στο Εθνικό Ιδρυμα Ερευνών της Ιταλίας, στη Νάπολη, προκειμένου να χρησιμοποιήσουν την εμπειρία της Λομβαρδίας της Ιταλίας για να εκτιμήσουν σημαντικές επιδημικές παραμέτρους που καθορίζουν τη δυναμική της επιδημίας.

Σύμφωνα με τη μελέτη, η οποία δημοσιεύθηκε στο επιστημονικό περιοδικό PLoS One, στην Ιταλία η πιο πιθανή ημερομηνία για την «ημέρα 0», οπότε και εκτιμάται πως ξεκίνησε η επιδημία, ήταν η 14η Ιανουαρίου 2020, δύο εβδομάδες πριν από την επίσημη καταγραφή των πρώτων περιστατικών COVID-19 (31 Ιανουαρίου σε δύο Κινέζους τουρίστες στη Ρώμη) και πέντε εβδομάδες πριν από την καταγραφή του πρώτου κρούσματος στη Λομβαρδία. Ο βασικός αριθμός αναπαραγωγής του ιού, το γνωστό R0, ήταν 4,53 (δηλαδή ένας θετικός μόλυνε τουλάχιστον τέσσερις άλλους ανθρώπους) στις 4 Μαρτίου, πριν δηλαδή από την επιβολή του lockdown. Στις 4 Μαΐου, οπότε άρχισε η χαλάρωση των μέτρων στην Ιταλία, το R είχε πέσει οριακά κάτω από τη μονάδα. «Με άλλα λόγια, χρειάστηκαν δύο ολόκληροι μήνες lockdown για να πέσει ο δείκτης R κάτω από τη μονάδα και να υπάρξει ένας σχετικός έλεγχος της επιδημίας», αναφέρουν οι ερευνητές.

Σύμφωνα με την ίδια μελέτη, ο αριθμός των πραγματικών κρουσμάτων βρέθηκε ότι ήταν 10 με 15 φορές μεγαλύτερος των επίσημα καταγεγραμμένων, γεγονός που καταδεικνύει ότι η επιδημία υποκαταγράφεται. Οπως εξηγεί ωστόσο ο κ. Τσακρής, αυτό σχετίζεται με τον αριθμό των εργαστηριακών τεστ που διενεργούνται και ο οποίος αυξάνεται σταδιακά σε όλη την Ευρώπη. Ενδεικτικά είναι τα στοιχεία που παρουσίασε ο καθηγητής χθες στο Πανελλήνιο Συνέδριο 2020 για τα Οικονομικά και τις Πολιτικές της Υγείας, σύμφωνα με τα οποία σήμερα στην Ελλάδα διενεργούνται 1.968 τεστ ανά εκατομμύριο κατοίκους, έναντι 1.335 τον περασμένο Αύγουστο. Εξαιρετικές επιδόσεις σε αυτόν τον τομέα έχουν οι σκανδιναβικές χώρες με πολύ χαρακτηριστικό το παράδειγμα της Δανίας, η οποία πλέον διενεργεί 10.835 εργαστηριακά τεστ ανά εκατομμύριο πληθυσμού –έναντι 3.179 τεστ ανά εκατ. πληθυσμού τον Αύγουστο– και έχει καταφέρει να ελέγξει την πανδημία.

Πέννυ Μπουλούτζα – kathimerini.gr