ΚΟΣΜΟΣ

Η Γερουσία ανέτρεψε το βέτο Τραμπ στον αμυντικό προϋπολογισμό

Υπέρ της αναίρεσης του βέτο του Ντόναλντ Τραμπ σε βάρος του αμυντικού προϋπολογισμού (NDAA), ενός νομοσχεδίου για την εθνική ασφάλεια ύψους 740 δισεκατομμυρίων δολαρίων, ψήφισε την Πρωτοχρονιά η αμερικανική Γερουσία.

Υπενθυμίζεται ότι το εν λόγω νομοσχέδιο προβλέπει μεταξύ άλλων και την επιβολή κυρώσεων στην Τουρκία για την απόκτηση του ρωσικού συστήματος S-400.

Το Σώμα, που ελέγχεται από τους Ρεπουμπλικανούς, υιοθέτησε με τα 2/3 και πλέον των ψήφων τον προϋπολογισμό παρά τις «ενστάσεις του προέδρου».

Η ψηφοφορία αυτή σηματοδοτεί την πρώτη ακύρωση βέτο της προεδρίας του Τραμπ και θεωρείται ευρέως ως μια οξεία κριτική σε βάρος του, τις τελευταίες ημέρες της θητείας του.

Καθώς η Βουλή των Αντιπροσώπων, που ελέγχουν οι Δημοκρατικοί, έκανε το ίδιο τη Δευτέρα, το κείμενο υιοθετείται οριστικά.

Το «χαστούκι» έλαβε χώρα την ώρα που στελέχη του κόμματός του αναγνωρίζουν, ένας μετά τον άλλο, την ήττα του στις προεδρικές εκλογές της 3ης Νοεμβρίου, μια ήττα που ο ίδιος συνεχίζει να μην αποδέχεται.

Ο Τραμπ είχε καταγγείλει, στις αρχές της εβδομάδας, μια «ρεπουμπλικανική ηγεσία αδύναμη και κουρασμένη».

Ο επικεφαλής των Ρεπουμπλικανών γερουσιαστών Μιτς Μακόνελ δεν υποχώρησε, καλώντας τους γερουσιαστές να ψηφίσουν υπέρ του προϋπολογισμού του 2021 για την Άμυνα. «Πρέπει να διασφαλίσουμε ότι θα παραμείνουμε στον αγώνα μπροστά από τους ανταγωνιστές μας όπως η Ρωσία και η Κίνα», δήλωσε σήμερα, κατά την έναρξη της συνεδρίασης. «Είναι επίσης μια ευκαιρία να υπενθυμίσουμε στους στρατιώτες μας και τις οικογένειές τους ότι έχουν τη στήριξή μας», συμπλήρωσε.

Καρπός μακρών διαπραγματεύσεων, το κείμενο προβλέπει μεταξύ άλλων μια αύξηση 3% των μισθών του προσωπικού στον τομέα της Άμυνας.

Όπως συνηθίζεται εδώ και μισό αιώνα, είχε υιοθετηθεί, στις αρχές Δεκεμβρίου, με συντριπτική πλειοψηφία από τη Βουλή των Αντιπροσώπων, που ελέγχουν οι Δημοκρατικοί και τη Γερουσία, που ελέγχουν οι Ρεπουμπλικάνοι.

Όμως, στις 23 Δεκεμβρίου ο Ντόναλντ Τραμπ είχε ανακοινώσει ότι θα ασκήσει βέτο, προκαλώντας κατάπληξη ακόμα και εντός του κόμματός του.

Είχε κρίνει πως το κείμενο είναι υπερβολικά θετικά διακείμενο προς την Κίνα και είχε αντιδράσει στο ενδεχόμενο να μετονομαστούν στρατιωτικές βάσεις που έφεραν ονόματα στρατηγών της Συνομοσπονδίας, που πολέμησαν υπέρ της δουλείας.

Κατήγγειλε επίσης ότι δεν περιλάμβανε την κατάργηση ενός νόμου, που προστατεύει το νομικό καθεστώς των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, τα οποία κατηγορεί ότι μεροληπτούν σε βάρος του.