ΚΟΣΜΟΣ

Η Ακροδεξιά επενδύει στην οργή για την καραντίνα

Η παραδοσιακά ήσυχη Ολλανδία ζει άγριες νύχτες, με επαναλαμβανόμενες συγκρούσεις (φωτ. από το Αϊντχόφεν) μεταξύ νέων διαδηλωτών και αστυνομίας, από τις 23 Ιανουαρίου, όταν ανακοινώθηκαν αυστηρά περιοριστικά μέτρα

Διευρύνονται τα φαινόμενα κοινωνικής ανυπακοής σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες

Παρά τις προειδοποιήσεις επιστημόνων για τους κινδύνους που εγκυμονεί το τρίτο κύμα της πανδημίας, ο Εμανουέλ Μακρόν αντιστέκεται, προς το παρόν, στις πιέσεις για μια τρίτη, καθολική καραντίνα. Ο στενός συνεργάτης του Γάλλου προέδρου Κριστόφ Καστανέρ, πρώην υπουργός Εσωτερικών και νυν κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του κυβερνώντος κόμματος, εξηγούσε τους λόγους με άρθρο του στην εφημερίδα Le Parisien της περασμένης Τρίτης. «Από υγειονομικής πλευράς, το να μείνει όλος ο κόσμος σπίτι θα ήταν εκπληκτικό. Από πολιτικής απόψεως, όμως, κινούμαστε σε ολισθηρό πεδίο. Το ρίσκο μιας καθολικής καραντίνας είναι η πολιτική ανυπακοή από ένα μέρος των πολιτών».

Σε μια χώρα όπου το κίνημα των «Κίτρινων Γιλέκων» έχει εγκαταστήσει το φοβικό σύνδρομο του όχλου στις ψυχές των πολιτικών ελίτ, η προειδοποίηση του Καστανέρ δεν πέρασε αψήφιστα. Αλλωστε, όλα δείχνουν ότι η υπομονή του κόσμου ακόμη και με τα περιορισμένα, υφιστάμενα περιοριστικά μέτρα (περιορισμός της ελεύθερης κυκλοφορίας μέχρι τις έξι το απόγευμα, απαγόρευση στα καφέ και στα ρεστοράν να σερβίρουν σε εσωτερικούς χώρους κ.ά.) έχει αρχίσει να εξαντλείται. Τις τελευταίες ημέρες πυκνώνουν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης οι πρωτοβουλίες για μορφές πολιτικής ανυπακοής, κυρίως στον χώρο της εστίασης, με άνοιγμα των μαγαζιών παρά τις κυβερνητικές απαγορεύσεις.

Η συσσώρευση οργής λόγω του τρίτου κύματος περιοριστικών μέτρων δεν αποτελεί αποκλειστικά γαλλικό, αλλά πανευρωπαϊκών διαστάσεων φαινόμενο. Η παραδοσιακά ήσυχη Ολλανδία ζει άγριες νύχτες, με επαναλαμβανόμενες συγκρούσεις μεταξύ νέων διαδηλωτών και αστυνομίας, από τις 23 Ιανουαρίου, όταν ανακοινώθηκαν αυστηρά περιοριστικά μέτρα. Ο πρωθυπουργός Μαρκ Ρούτε έκανε λόγο για τις χειρότερες ταραχές των τελευταίων 40 χρόνων. Ανάλογες ταραχές σημειώθηκαν το περασμένο Σαββατοκύριακο στις Βρυξέλλες, όπου η αστυνομία προχώρησε σε εκατοντάδες συλλήψεις, στη Βιέννη και στη Βουδαπέστη, ενώ πιο ήρεμες διαδηλώσεις έλαβαν χώρα σε Γερμανία, Γαλλία, Ισπανία και Δανία. Φαινόμενα πολιτικής ανυπακοής εκδηλώνονται και στην Ιταλία, όπου αρκετοί εστιάτορες της Ρώμης άρχισαν να ανοίγουν παράνομα τα μαγαζιά τους τα βράδια της Παρασκευής και του Σαββάτου.

Ασφαλώς το πλήθος των αγανακτισμένων με την καραντίνα είναι κοινωνικά και ιδεολογικά ετερόκλητο. Εκείνο που προκαλεί ιδιαίτερη ανησυχία είναι η προσπάθεια ακροδεξιών οργανώσεων να σερφάρουν πάνω στο κύμα της λαϊκής δυσαρέσκειας για να αποκομίσουν πολιτικά οφέλη. Η ιστοσελίδα της «Φωνής της Αμερικής» δημοσίευσε τον περασμένο μήνα ρεπορτάζ σύμφωνα με το οποίο «οι γερμανικές μυστικές υπηρεσίες παρακολουθούν στενά τις διαδηλώσεις κατά των περιοριστικών μέτρων, καθώς ανησυχούν για την αυξανόμενη επιρροή θαυμαστών των ναζί, υπερεθνικιστών και αρνητών του Ολοκαυτώματος». Στο πρόσφατο παρελθόν, η ευρωπαϊκή Ακροδεξιά εστίαζε στο μεταναστευτικό και στην ισλαμοφοβία, εκμεταλλευόμενη τα διαδοχικά σοκ από τρομοκρατικές ενέργειες στην ήπειρο. Τον τελευταίο χρόνο, όμως, προσπαθεί να αποκτήσει ευρύτερο ακροατήριο και δεξαμενές στρατολόγησης μελών στις γραμμές όσων διαγράφουν τυφλά την πολιτική και την επιστήμη, αρνούνται την πανδημία και ασπάζονται εξωφρενικές θεωρίες συνωμοσίας. Στη Γερμανία αντιστοιχεί μεγάλο ποσοστό οπαδών του αμερικανικής προέλευσης δικτύου QAnon, που πιστεύουν ότι ο Ντόναλντ Τραμπ διεξήγαγε μυστικό πόλεμο εναντίον σατανιστών και παιδόφιλων, οι οποίοι έχουν διαβρώσει την αμερικανική κυβέρνηση, τα μίντια και τις μεγάλες επιχειρήσεις.

Ανάλογα φαινόμενα εκτυλίσσονται σε άλλες χώρες της Κεντρικής Ευρώπης. Στην Αυστρία, το ακροδεξιό Κόμμα της Ελευθερίας (στην αντιπολίτευση σήμερα, αλλά στο πρόσφατο παρελθόν κυβερνητικός εταίρος του κεντροδεξιού Λαϊκού Κόμματος) ενθάρρυνε τις διαδηλώσεις της περασμένης Κυριακής κατά των περιοριστικών μέτρων. Το ίδιο έπραξε η ανερχόμενη οργάνωση «Ο Αγώνας Συνεχίζεται» στην Τσεχία, καλώντας τους πολίτες να κατέβουν στους δρόμους με σύνθημα «Σταματήστε την τυραννία, τον μύθο του κορωνοϊού, την κυβέρνηση, τα λοκντάουν». Στη Γαλλία, ο ακροδεξιός ευρωβουλευτής Φλοριάν Φιλιπό, πρώην αντιπρόεδρος του Εθνικού Μετώπου επί Μαρίν Λεπέν και νυν επικεφαλής του κόμματος «Οι Πατριώτες», διαδηλώνει κάθε Σάββατο, μαζί με τους οπαδούς του, έξω από το υπουργείο Υγείας εναντίον «της υγειονομικής δικτατορίας που επιβάλλεται από τους τσαρλατάνους της ψευδοεπιστήμης». Αλλά και ο Χριστιανοδημοκράτης Ζαν-Φρεντερίκ Πουασόν, διεκδικητής του χρίσματος της επίσημης Δεξιάς για τις προεδρικές εκλογές του 2022, απηύθυνε στις 27 Ιανουαρίου έκκληση για πολιτική ανυπακοή στα περιοριστικά μέτρα, υπερβαίνοντας και τη Λεπέν.
Είναι αλήθεια ότι η κοινοβουλευτική Ακροδεξιά της Ευρώπης δεν κατάφερε, τη χρονιά που πέρασε, να μεταφράσει τη δημαγωγία της γύρω από την πανδημία σε εκλογικό όφελος. Το Κόμμα της Ελευθερίας καταβαραθρώθηκε στις τοπικές εκλογές της Βιέννης τον περασμένο Οκτώβριο, ενώ η Εναλλακτική για τη Γερμανία είδε τη δημοτικότητά της να πέφτει από 28% στο (πάντα ανησυχητικά υψηλό) 18% το τελευταίο τετράμηνο. Την ίδια στιγμή, όμως, διαγράφεται ισχυρότερος ο κίνδυνος να ενισχυθούν ακόμη περισσότερο επίφοβες, εγκληματικές ή και ανοιχτά ναζιστικές ομάδες της εξωκοινοβουλευτικής Ακροδεξιάς. Σε κάθε περίπτωση, το οικονομικό και κοινωνικό κόστος των οριζόντιων και καθολικών αποκλεισμών, η εξοργιστική ανικανότητα της Ε.Ε. στον εμβολιασμό των πολιτών της και οι αλληλοαναιρούμενες τοποθετήσεις κυβερνήσεων, υγειονομικών αρχών και επιστημόνων δημιουργούν πρόσφορο έδαφος για μια οργιαστική άνθηση του ανορθολογισμού, της συνωμοσιολογίας και της Ακροδεξιάς στην Ευρώπη.

Οι φιλοδοξίες της Μαρίν Λεπέν 

Παράδοξο, αλλά μόνον εκ πρώτης όψεως. Η επικεφαλής της ακροδεξιάς Εθνικής Συσπείρωσης (πρώην Εθνικό Μέτωπο) στη Γαλλία, Μαρίν Λεπέν, εμφανίζεται αυτό τον καιρό περισσότερο μετρημένη από αρκετούς πολιτικούς του επίσημου κεντροδεξιού χώρου. Αποφεύγει συστηματικά να μιλήσει για πολιτική ανυπακοή και δεν αμφισβητεί ευθέως τα περιοριστικά μέτρα, προτιμώντας να εστιάσει την κριτική της στις κυβερνητικές ανεπάρκειες. Ο λόγος είναι απλός: Εχοντας εδραιωθεί πλέον ως νόμιμη και σοβαρή διεκδικήτρια της εξουσίας στις προεδρικές εκλογές του 2022, επιλέγει το προφίλ της «υπευθυνότητας», αφήνοντας συνεργάτες της να κλείνουν με συμπάθεια το μάτι στα εξοργισμένα λαϊκά στρώματα. Η τακτική αυτή φαίνεται να αποδίδει. Τελευταίες έρευνες των εφημερίδων L’ Opinion και Le Parisien έφεραν τη Λεπέν να προηγείται στον πρώτο γύρο με ποσοστό 26%-27% έναντι 23%-24% του Εμανουέλ Μακρόν και να περιορίζει στα όρια του στατιστικού λάθους τη διαφορά της με τον Γάλλο πρόεδρο στον δεύτερο γύρο (48%-52%). Φυσικά, το πολιτικό τοπίο στη Γαλλία είναι πολύ ρευστό, αλλά τα καμπανάκια κινδύνου άρχισαν να ηχούν.