ΖΩΗ

Η αβάσταχτη απουσία της αγκαλιάς στην καραντίνα

Πόσο έχει επηρεάσει την ψυχολογία μας η απουσία του ανθρώπινου αγγίγματος εν μέσω πανδημίας;

Ενώ η κουραστική μονοτονία της καραντίνας συνεχίζεται, ο τρόπος με τον οποίο βιώνεται δεν είναι για όλους ίδιος.

Η «κοινωνική φούσκα» μέσα στην οποία ζεις εν μέσω πανδημία, μπορεί να διαφέρει σημαντικά από αυτή στην οποία ζουν φίλοι, συνάδελφοι, ή συγγενείς σου.

Άλλοι ζουν με τους συντρόφους τους, άλλοι έχουν να μοιράσουν τη μέρα τους ανάμεσα σε τηλεργασία και στη φροντίδα των παιδιών τους.

Μπορεί ο αριθμός των ανθρώπων που ζουν μόνοι τους να συνεχίζει να αυξάνεται – ενδεικτικά στο Ηνωμένο Βασίλειο κατά 16% στα 7,7 εκατομμύρια μεταξύ 1997 και 2017 – ωστόσο η ανάγκη για ανθρώπινη σωματική επαφή, είναι πάντα εκεί.

Τη σημασία μιας αγκαλιάς, μπορεί να την κατανοήσει κανείς εύκολα αν αναλογιστεί καταστάσεις υψηλής πίεσης στις οποίες βρέθηκε.

Μια απώλεια αγαπημένου προσώπου, ένας χωρισμός, μια κρίση πανικού, το άκουσμα μιας είδησης που ανατρέπει δεδομένα όπως μια απόλυση ή και προσωπικές ελευθερίες, όπως η πανδημία.

Ακόμα κι αν έχουμε συνηθίσει να μην αγγίζουμε πολύ, μετά από λίγο η ανάγκη αυτή μπορεί να γίνεται πολύ έντονη – μερικές φορές περιγράφεται ως «πείνα του δέρματος» ή «απτική πείνα».

Ένα χέρι βοήθειας που θα μας στηρίξει σε αυτές τις ψυχολογικές μικρές ή μεγαλύτερες πτώσεις, αναχαιτίζοντας τη σφοδρότητά τους.

Η αφή έχει τεράστιο αντίκτυπο στην ψυχολογική και σωματική μας ευεξία, λέει ο καθηγητής Ρόμπιν Ντάνμπαρ εξελικτικός ψυχολόγος στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης.

«Με τους στενούς φίλους και την οικογένειά μας, αγγίζουμε ο ένας τον άλλον περισσότερο από ό, τι αντιλαμβανόμαστε».

Η έρευνα του Ντάνμπαρ διαπίστωσε πως ως ενήλικες, έχουμε κατά μέσο όρο, πέντε φίλους «στον ώμο των οποίων μπορούμε να κλάψουμε».

«Βλέπουμε ακριβώς το ίδιο πράγμα στα πρωτεύοντα είδη», δηλώνει χαρακτηριστικά.

«Ακόμα και σε πολύ μεγαλύτερες κοινωνίες πρωτευόντων. Σε πρωτεύοντα και ανθρώπους, αυτοί οι έντονοι συνασπισμοί δρουν ως ρυθμιστικοί παράγοντες.

Σε προστατεύουν από τον κόσμο.

Δεν προκαλεί έκπληξη, λοιπόν, ότι από τα 40.000 άτομα από 112 χώρες που συμμετείχαν σε μια έρευνα του BBC και του Wellcome Collection το 2020, οι τρεις πιο κοινές λέξεις που χρησιμοποιούσαν για να περιγράψουν την αφή ήταν: «παρηγορητική», «ζεστή» και «αγάπη».

Η «πείνα» μας για ένα άγγιγμα λειτουργεί ως σήμα κινδύνου ότι δεν ικανοποιείται μια πρωτόγονη ανάγκη.

Ωστόσο οι επιστήμονες παραμένουν αισιόδοξοι, υποστηρίζοντας πως μόλις οι συνθήκες μας το επιτρέψουν το σώμα μας θα προσαρμοστεί πολύ  γρήγορα.

«Το άγγιγμα είναι ένας διαμορφωτής που μπορεί να μετριάσει τα αποτελέσματα του άγχους και του πόνου, σωματικά και συναισθηματικά. Έχουμε δει στην έρευνά μας ότι η έλλειψη αγγίγματος σχετίζεται με μεγαλύτερο άγχος », λέει από τη μεριά της η Κατερίνα Φωτοπούλου, καθηγήτρια ψυχοδυναμικής στο Univercity of London.

«Σε περιόδους υψηλού στρες το να έχουμε περισσότερη επαφή με άλλους ανθρώπους μας βοηθά να αντιμετωπίσουμε καλύτερα τις καταστάσεις που βιώνουμε και να μπορέσουμε να μετριάσουμε ειδικά την επίδραση της κορτιζόλης που είναι μια ορμόνη που προκαλεί το στρες». 

Το εργαστήριο της Φωτόπουλου σύντομα θα δημοσιεύσει μια μελέτη που διεξήχθη κατά τη διάρκεια της πανδημίας και η οποία βασίζεται στη θεωρία ότι, με τον ίδιο τρόπο που πιστεύουμε ότι μπορούμε να νιώσουμε τον πόνο των άλλων, μπορεί να είμαστε σε θέση να βιώσουμε και την επαφή.

Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι το να βλέπεις την αφή στην τηλεόραση ή σε ταινίες, για παράδειγμ, μπορεί να μας δώσει μερικά από τα οφέλη της αίσθησης του αγγίγματος.

«Αυτό ονομάζεται εναλλακτική αφή», λέει η Φωτοπούλου.

«Ο εγκέφαλος κωδικοποιεί πολυαισθητικές εμπειρίες με πολλούς τρόπους. Μπορούμε επίσης να “νιώσουμε” τον πόνο και τις απολαύσεις των άλλων μόνο βλέποντάς τους», λέει.

«Αυτό βέβαια, δεν είναι μόνιμο ή πλήρες υποκατάστατο».

H προσαρμογή στην μετά πανδημίας εποχή φυσικά θα διαφέρει μεταξύ των ανθρώπων, πιθανώς με βάση τη διάρκεια που οι άνθρωποι ήταν μόνοι, και μπορεί να υπάρχει μια περίοδος επαναδιαπραγμάτευσης, υποστηρίζει ο Ντάνμπαρ υπογραμμίζοντας ωστόσο ότι οι άνθρωποι εξελίσσονται και προσαρμόζονται συνέχεια.

Πηνελόπη Μποσταντζόγλου – in.gr
(με πληροφορίες από τον Guardian)