«Ζόμπι» ένα στα τέσσερα ελληνικά ξενοδοχεία
Καλές οι προοπτικές του ελληνικού τουρισμού τα επόμενα χρόνια αν και καταγράφονται ενδείξεις επιβράδυνσης. Τι δείχνουν μελέτες του Ινστιτούτου ΣΕΤΕ και της PricewaterhouseCoopers για το παρόν και το μέλλον του κλάδου.
Η χρυσή «αγελάδα» των Κυκλάδων, το Ελντοράντο των πέντε κύριων τουριστικών περιοχών της χώρας και το… χάος. Με αυτό τον τρόπο θα μπορούσαν να κωδικοποιηθούν τα συμπεράσματα δύο ερευνών, του Ινστιτούτου του Συνδέσμου Ελληνικών Τουριστικών Επιχειρήσεων (ΙΝΣΕΤΕ) και της PricewaterhouseCoopers (PWC) οι οποίες παρουσιάστηκαν πριν λίγο και επιχειρούν να καταγράψουν την κατάσταση του ξενοδοχειακού κλάδου στην Ελλάδα και τις προοπτικές του ελληνικού τουρισμού τα επόμενα χρόνια.
Σύμφωνα με τη μελέτη της PWC τα μισά ελληνικά ξενοδοχεία θεωρούνται διεθνώς ανταγωνιστικά (stars) ενώ το 25% χαρακτηρίζονται zombies καθώς με κριτήριο τα βασικά τους χρηματοοικονομικά μεγέθη δεν έχουν προοπτικές επιβίωσης με τα σημερινά δεδομένα. Τα περισσότερα ξενοδοχεία που χαρακτηρίζονται zombie βρίσκονται, όπως αναφέρει η μελέτη, σε δευτερεύοντες προορισμούς και είναι κυρίως μονάδες μεγάλης δυναμικότητας σε κλίνες.
Την ίδια στιγμή, η δραστηριότητα ψηφιακών πλατφορμών κράτησης ιδιωτικών κατοικιών, όπως η Airbnb, και καταλύματα που έχουν λειτουργήσει εκτιμάται ότι έχουν αυξήσει κατά 10-12% τις διαθέσιμες κλίνες, χωρίς να αλλοιώνουν τη μορφή της αγοράς.
Η PWC χαρακτηρίζει καλές τις προοπτικές του ελληνικού τουρισμού τα επόμενα χρόνια αν και καταγράφονται ενδείξεις ότι εισέρχεται σε ένα κύκλο επιβράδυνσηςτων ρυθμών αύξησης της τουριστικής κίνησης. Ενδείξεις, ωστόσο, οι οποίες μένει να επιβεβαιωθούν στην πράξη.
Με αυτά τα δεδομένα εκτιμάται πως οι κύριες ανάγκες των ξενοδοχείων τα επόμενα χρόνια εντοπίζονται σε επενδύσεις ανακαίνισης και όχι, κυρίως, δημιουργίας νέων ξενοδοχείων. Μέχρι το 2021 υπολογίζεται πως η υπάρχουσα χωρητικότητα των ξενοδοχείων επαρκεί για να καλύψει τη ζήτηση με εξαίρεση κάποιες μικρές ελλείψεις που ενδέχεται να καταγραφούν την περίοδο αιχμής σε προορισμούς του Νοτίου Αιγαίου και την Κρήτη, κυρίως. Σημειώνεται πως καταγράφεται η ανάγκη 24.000 πρόσθετων κλινών σε ξενοδοχεία τα οποία, όμως, θα προέλθουν ούτως ή άλλως από επενδύσεις που είναι προγραμματισμένες να υλοποιηθούν τα επόμενα χρόνια και αρκετές από αυτές βρίσκονται σε φάση προ-αδειοδότησης.
Σύμφωνα με τη μελέτη του ΙΝΣΕΤΕ, ο ξενοδοχειακός κλάδος στην Ελλάδα παράγει κύκλο εργασιών της τάξης των 5,7 δισ. ευρώ (3,5% του ΑΕΠ) ενώ, εν μέσω κρίσης, έχει απορροφήσει μικτές επενδύσεις άνω του 1,75 δισ. ευρώ, οι οποίες μεταφράστηκαν σε καθαρές επενδύσεις 755 εκατ. ευρώ.
Σ’ αυτό το σημείο εντοπίζεται η πρώτη σημαντική στρέβλωση της αγοράς καθώς σχεδόν το σύνολο των επενδύσεων έχουν κατευθυνθεί στη δημιουργία νέων ξενοδοχείων τεσσάρων και πέντε αστέρων. Αποτέλεσμα, όπως συμφωνούν οι μελέτες, της στόχευση του Αναπτυξιακού Νόμου του 2005 για τη δημιουργία μονάδων (σχεδόν αποκλειστικά) πέντε αστέρων.
Το γεγονός πως το επενδυτικό ενδιαφέρον μονοπωλήθηκε στη δημιουργία νέων ξενοδοχείων πέντε αστέρων είχε ως αποτέλεσμα να καταγράφεται μικρό ύψους επενδύσεων για μονάδες τριών αστέρων και αποεπένδυση στις κατηγορίες ενός και δύο αστεριών.
Το αναπτυξιακό χάσμα που έχει διαμορφωθεί μεταξύ των Περιφερειών της χώρας εξαιτίας της ανισόμερης τουριστικής δραστηριότητας αποτυπώνεται στο γεγονός πως άνω του 80% της οικονομικής δραστηριότητας καταγράφεται σε μόλις πέντε από τις δεκατρείς Περιφέρειες: Νότιο Αιγαίο, Κρήτη, Ιόνιο, Κεντρική Μακεδονία και Αττική.
Την ίδια στιγμή, η διανομή της τουριστικής πίτας που δημιουργείται κάθε χρόνο στην Ελλάδα παραμένει εξαιρετικά ανισομερής καθώς τη μερίδα του λέοντος(2/3) της οικονομικής δραστηριότητας του κλάδου καρπώνονται τα ξενοδοχεία πέντε και τεσσάρων αστέρων.
Παναγιώτης Δ. Υφαντής-euro2day.gr