Εποχική ρητορική ή σημαντική μεταρρύθμιση;
ΜΑΡΙΑ ΚΑΤΣΟΥΝΑΚΗ-kathimerini.gr
«Είναι ξεκάθαρο ότι η κοινωνία περιμένει πια από την πολιτική και από τους πολιτικούς διαφορετικά πράγματα από αυτά τα οποία ενδεχομένως να περίμενε πριν από κάποιο χρονικό διάστημα», ανέφερε πρόσφατα ο πρωθυπουργός.
«Πρέπει να βρούμε ξανά τον ρόλο μας όλοι, και η αντιπολίτευση, αλλά και η κυβέρνηση η οποία ηγείται της χώρας. Ως εκ της θέσεώς της, της θεσμικής, δεν χρειάζεται να αντιδικεί με τα κόμματα που αγωνίζονται να πουν τον πολιτικό τους λόγο για να υπάρχουν. Μπορεί να δοθεί μια αίσθηση διαφορετικής αντίληψης των πραγμάτων, πιο γενναιόδωρη και πιο διορατική», δήλωσε πριν από λίγες ημέρες σε συνέντευξή του ο Ευάγγελος Βενιζέλος, κρίνοντας «λίγο παλαιάς κοπής τη δημόσια συζήτηση, ιδίως τη συζήτηση μεταξύ των κομμάτων».
«Δεν υπάρχει το σχήμα Αριστερά – Δεξιά, οι παλιές ιδεολογικές γραμμές ξεθωριάζουν. Τώρα πια δεν ισχύει το Αριστερά – Δεξιά, αλλά μπροστά ή πίσω», επαναλαμβάνει ο πρωθυπουργός.
Ποια είναι τα «διαφορετικά πράγματα» που περιμένει η κοινωνία από την πολιτική ηγεσία της; Είμαστε έτοιμοι για μια «πιο γενναιόδωρη και διορατική» αντιπαράθεση; Το σχήμα Αριστερά – Δεξιά είναι, πράγματι, «παλαιάς κοπής» και έχει υποκατασταθεί από το «μπροστά ή πίσω»; Κι αν από το «μένουμε ίδιοι» εξαρτάται η πολιτική επιβίωση των κομμάτων (ορισμένων, τουλάχιστον, εξ αυτών);
Η βίαιη είσοδος του ιού στη ζωή μας ανέτρεψε οικονομικά μεγέθη, ρυθμούς και «κανονικότητες». Για την ακρίβεια, δεν ανέτρεψε· επιταχύνει την αλλαγή τους. Απαιτεί πολιτικούς με οξυμένη συναισθηματική νοημοσύνη, ευελιξία, αξιοπιστία. Εξαγγελίες που δεν πραγματοποιούνται και υποσχέσεις που δεν τηρούνται σημαίνουν πλέον το τέλος και όχι την αρχή μιας αναρρίχησης στην εξουσία. Η αντιπαράθεση των πολιτικών ηγεσιών δεν εστιάζεται στη διαφορά προγραμμάτων και προτεινόμενων λύσεων (ούτως ή άλλως είχε ατονήσει δεκαετίες τώρα), αλλά στις προτεραιότητες που τίθενται και στον τρόπο εφαρμογής τους, και εντείνεται από τη διαφορά ύφους και εκφοράς λόγου. Τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης ενημερώνουν όσο και αποπροσανατολίζουν, ο πολίτης στρέφεται σε πρόσωπα που δημιουργούν αίσθημα σταθερότητας και εμπιστοσύνης. Οι χειρισμοί της σημερινής κυβέρνησης στο θέμα της πανδημίας περιόρισαν τον φόβο των πολιτών, της έδωσαν –στις δημοσκοπήσεις– υψηλά ποσοστά θετικής αξιολόγησης.
Τα επείγοντα και ανορθόδοξα μέτρα που εφαρμόστηκαν, σε μια κοινωνία που συμπεριφέρθηκε υποδειγματικά, αποδείχθηκαν καταλύτης. Εκτός από το προφανές, την αξιοζήλευτη θέση της χώρας στις απώλειες από την πανδημία, λειτούργησαν και προτρεπτικά. Επεισαν ότι το «καλό σενάριο» είναι εφικτό. Μπορούμε να σεβόμαστε τους κανόνες, μπορούμε να προσαρμοστούμε στην τηλεκπαίδευση, στις ψηφιακές αλλαγές, να στηρίξουμε την ηλεκτρονική διακυβέρνηση. «Μπορούμε», όταν ερχόμαστε αντιμέτωποι με την ευθύνη που μας αναλογεί, και μας την αναθέτουν χωρίς περιθώρια αναστολής, όταν δεν χαϊδεύουν τα χειρότερα ένστικτά μας, όταν δεν μας τρέφουν με δίπολα (οι ελίτ και οι άλλοι), όταν μας θεωρούν συνυπεύθυνους για την επιτυχία ή όχι ενός σχεδίου.
Και το σημαντικότερο: Αποκαταστάθηκε η απαξιωμένη σχέση με το κράτος, τους θεσμούς και τις υπηρεσίες του. Δόθηκε χώρος στους δημόσιους λειτουργούς να ασκήσουν τον ρόλο τους. Και τον άσκησαν όλοι με τον καλύτερο τρόπο. Από τα Σώματα Ασφαλείας μέχρι τους εκπαιδευτικούς, το επιστημονικό προσωπικό σε όλους τους τομείς. «Ως “δημόσιοι λειτουργοί”, είναι μέσα στις υποχρεώσεις τους και θα το έκαναν ούτως ή άλλως», μπορεί κάποιος να αντιτείνει. Δεν χρειάζεται να αναφέρουμε νωπά ακόμη παραδείγματα, όπου η διάλυση νευραλγικών υπηρεσιών του κράτους, η έλλειψη συντονισμού και η απουσία κατεύθυνσης είχαν τραγικές συνέπειες, με δεκάδες νεκρούς.
Τίποτα όμως δεν θα έχει κερδηθεί, κανένα βήμα δεν θα έχει συντελεστεί αν λείψει το συνεκτικό υλικό, το οποίο θα κρατήσει ενωμένους τους πολλούς κρίκους της αλυσίδας που συμβάλλουν στην αντιστροφή του παραδείγματος.
Στην κρίση της πανδημίας έγιναν ορατοί όσοι περνούσαν απαρατήρητοι: από τους υπαλλήλους στα σούπερ μάρκετ, το προσωπικό καθαριότητας στα νοσοκομεία και στις ΜΕΘ, τους νοσηλευτές, τους γιατρούς, τους επιστήμονες, τους ερευνητές. Αυτή η αναδιάταξη προτύπων, αν αποδειχθεί ότι δεν πρόκειται για εποχική ρητορική ή επικοινωνιακή επιβράβευση, τότε θα αποτελέσει μια σημαντική μεταρρύθμιση.