Εξακολουθεί να διχάζει την Ευρώπη η πυρηνική ενέργεια
Ποιες χώρες καλύπτουν τις ανάγκες τους από πυρηνικά εργοστάσια και κατά πόσο
Το ξέφρενο ράλι στις τιμές του πετρελαίου, του φυσικού αερίου και τελικά του ηλεκτρικού ρεύματος έχει αρχίσει να επαναφέρει τις συζητήσεις σε πολλές χώρες της Ευρώπης και σε όλο τον κόσμο για το θέμα της πυρηνικής ενέργειας, με τον διχασμό να παραμένει μεγάλος.
Παρά τις προσπάθειες για πιο πράσινη στροφή και τη συνεχιζόμενη ανάπτυξη ανανεώσιμων πηγών, χώρες όπως η Γαλλία, η Φιλανδία, οι ΗΠΑ και η Ρωσία έχουν διατηρήσει τα πυρηνικά εργοστάσια για την παραγωγή ηλεκτρισμού από όπου καλύπτουν μεγάλο μέρος των αναγκών τους.
Μεγάλες ανάγκες καλύπτουν, όμως, έτσι και χώρες από τη Σουηδία έως την Ισπανία αλλά και κράτη της Ανατολικής Ευρώπης, σε αντίθεση πάντα με τη Γερμανία, για παράδειγμα, που στο παρελθόν έχει κλείσει πολλά από αυτά και θέλει να κλείσει κι άλλα. Σε χώρες όπως η Ιταλία, επίσης, η συντριπτική πλειοψηφία του κόσμου εξακολουθεί να αντιτίθεται στη λειτουργία τέτοιων μονάδων.
Οι συζητήσεις ειδικά στην περίπτωση της Γαλλίας που είναι πρωτοπόρος στην Ευρώπη στον τομέα αυτό, αφορούν πλέον το θέμα της εξέλιξης μικρότερων αντιδραστήρων που θα αντικαταστήσουν παλιότερους μεγάλους.
Αίτημα από 10 χώρες
Ομάδα δέκα χωρών με επικεφαλής τη Γαλλία έχουν ήδη ζητήσει από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή να αναγνωρίσει την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από πυρηνικά εργοστάσια ως πηγή χαμηλών εκπομπών άνθρακα στα πλαίσια της μετάβασης της ΕΕ προς ουδετερότητα εκπομπών μέσα στις επόμενες δεκαετίες.
Το αίτημα υπογράφουν χώρες που ήδη επωφελούνται από πυρηνικά εργοστάσια για την παραγωγή ηλεκτρισμού οι οποίες σημειωτέον είναι σχεδόν όλες χώρες που μέχρι πριν μερικά χρόνια βρίσκονταν πιο κοντά στη σφαίρα επιρροής της Ρωσίας: Πρόκειται για τη Βουλγαρία, την Κροατία, την Τσεχία, τη Φιλανδία, την Ουγγαρία, την Πολωνία, τη Σλοβακία, τη Σλοβενία και τη Ρουμανία.
Ανά χώρα
Το 26% του ηλεκτρισμού που παράγεται στην Ευρωπαϊκή Ένωση προέρχεται από πυρηνικά εργοστάσια με επικεφαλής τη Γαλλία να παράγει πάνω από το 65% των αναγκών της από αυτά, σύμφωνα με στοιχεία της Διεθνούς Επιτροπής Ατομικής Ενέργειας που παρουσιάζει ο Οικονομικός Ταχυδρόμος.
Αντίθετα, το 2022 έχει προγραμματιστεί να τερματιστεί η λειτουργία και των τελευταίων πυρηνικών αντιδραστήρων της Γερμανίας, ολοκληρώνοντας το σχέδιο της καγκελαρίου Άνγκελα Μέρκελ που ξεκίνησε το 2011 μετά την καταστροφή της Φουκουσίμα στην Ιαπωνία για να καταργηθούν σταδιακά οι 17 πυρηνικούς σταθμούς της χώρας. Θα φανεί βέβαια στην πορεία τι στάση θα κρατήσει τελικά η Γερμανία για το θέμα, καθώς οι τεράστιες αυξήσεις της ενέργειας δεν έχουν φτάσει ακόμη και νοικοκυριά της χώρας –και της υπόλοιπης Ευρώπης.
Καθώς αυτές οι δύο ευρωπαϊκές δυνάμεις, Γαλλία και Γερμανία, κινούνται σε σαφώς διαφορετικές κατευθύνσεις, η υπόλοιπη ΕΕ αναγκάζεται να πάρει θέση. Μάλιστα οι θέσεις των κρατών μελών φαίνεται να διχάζονται σε μεγάλο βαθμό κατά μήκος της γραμμής Δύσης και Ανατολής.
Στην επιστολή της Γαλλίας και των υποστηρικτών της αναφέρεται ότι εν μέσω της συνεχιζόμενης ενεργειακής κρίσης της Ευρώπης μια τέτοια λύση αποτελεί κλειδί επειδή χαρακτηρίζεται ως «προσιτή, σταθερή και ανεξάρτητη πηγή ενέργειας», που θα μπορούσε να προστατεύσει τους καταναλωτές της ΕΕ από την «έκθεση στην αστάθεια των τιμών».
Στροφή της Γαλλίας
Πριν από λίγες μόνο ημέρες ο πρόεδρος της Γαλλίας Μανουέλ Μακρόν ανακοίνωσε στροφή της χώρας του σε μικρούς πυρηνικούς αντιδραστήρες (Small Modular Reactors-SMRs) στα πλαίσια πενταετούς στρατηγικής με επενδύσεις 30 δισ. ευρώ για την ενίσχυση του κλάδου υψηλής τεχνολογίας της χώρας. Οι αναλυτές χαιρέτισαν την τεχνολογία ως πολλά υποσχόμενη εν μέσω της συνεχούς αύξησης του ανταγωνισμού κι από την Κίνα.
Πρόκειται για σημαντική στροφή από τους παραδοσιακούς μεγάλους αντιδραστήρες που υιοθετήθηκαν τη δεκαετία του 1970 οι οποίοι παράγουν από 950 έως 1.300 μεγαβάτ (MW) ο καθένας. Οι νέοι SMR, εάν τελικά προχωρήσουν, θα παράγουν έως 300 MW ο καθένας.
Γιώργος Κανελλόπουλος-ot.gr