ΑΛΗΘΕΙΕΣ

Ενοικιάζονται φίλοι και λοιποί συγγενείς

ΜΑΡΙΑ ΚΑΤΣΟΥΝΑΚΗ – ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ

Το «χρήμα δεν φέρνει την ευτυχία», μπορεί όμως να κατασκευάσει μια επιθυμητή πραγματικότητα. Η φράση αυτή, που ηχεί σαν «διαφημιστικό» για την προώθηση προϊόντος, συνοψίζει και τη φιλοσοφία της εταιρείας «Οικογενειακή Ευτυχία Α.Ε.» («Family Romance»). Ο τίτλος της εταιρείας είναι και ο τίτλος της τελευταίας ταινίας του Βέρνερ Χέρτζογκ, που προβλήθηκε πρόσφατα στο Διεθνές Φεστιβάλ «Νύχτες Πρεμιέρας». Ο ακαταπόνητος 77χρονος Γερμανός σκηνοθέτης κινήθηκε μεταξύ μυθοπλασίας και ντοκιμαντέρ, για να καταγράψει, με την απόσταση ψύχραιμου παρατηρητή, ένα γεγονός μεταμορφωτικό και δύσκολο για τις σημερινές κοινωνίες. Στο Τόκιο εδρεύει η «Family Romance» που σκοπό έχει να αναπληρώνει κενά ζωής για τους πελάτες της. Εδώ και μια 10ετία περίπου, 800 ηθοποιοί, όλων των ηλικιών, αναλαμβάνουν τον ρόλο του υποκατάστατου για οποιαδήποτε, σχεδόν, πιθανή συνθήκη. Από ενοικίαση οικογενειακών μελών που δεν υπάρχουν ή απεβίωσαν (μπαμπάς, μαμά, παιδιά κ.ο.κ.) έως φίλους, followers, κοινό, την αναβίωση μιας σημαντικής μέρας για τη ζωή του πελάτη που θέλει να ξανανιώσει ευφορικά συναισθήματα κ.ο.κ.

Στην αρχή, τίποτα δεν είναι εύκολο. Μπόλικη αμηχανία που υποχωρεί σιγά σιγά, μιας και ο αιτών βοήθεια έχει ανάγκη την αυταπάτη. Στην πρώτη σκηνή, στο γεμάτο από ανθισμένες κερασιές πάρκο Γιογιόγκι, η 12χρονη Μαχίρο Τανιμότο θα συναντήσει τον «νοικιασμένο» μπαμπά της για πρώτη φορά. «Μου μοιάζεις», θα της πει. Η Μαχίρο ούτε του μιλάει ούτε τον κοιτάζει… Καθώς, όμως, οι μέρες περνούν τον εμπιστεύεται, του εξομολογείται μυστικά, πάνε βαρκάδα, βγάζουν σέλφι… Κάθε τόσο ο ηθοποιός-πατέρας ενημερώνει την ευκατάστατη μητέρα (μονογονεϊκή οικογένεια). Της δίνει πληροφορίες για την κόρη της, περιγράφει τις αντιδράσεις της, ρωτάει όσο περισσότερα μπορεί για τον άντρα που υποδύεται: πώς ντυνόταν, τι προτιμήσεις είχε, αν είχε κάποιο τικ… Ομως δεν θέλει –ή δεν επιτρέπεται– να είναι καρικατούρα του. Πρέπει να θυμίζει τον μπαμπά αλλά και να μη του μοιάζει. Βασική αρχή της εταιρείας: «δεν επιτρέπεται να αγαπάμε ούτε να μας αγαπούν».

Μια άλλη κυρία, που έχει κερδίσει με λαχνό 20 εκατ. γιεν, αναζητάει εκείνο το συναίσθημα έκπληξης και ευτυχίας, την ημέρα που της χτύπησαν την πόρτα για να της ανακοινώσουν το γεγονός. Είχε αισθανθεί «μοναδική», θέλει για ακόμα μία φορά να βρεθεί, σκηνοθετημένα έστω, στην ίδια συνθήκη. Μία νέα γυναίκα ονειρεύεται να γίνει σταρ στα social media, αναρτώντας βιντεάκια με φωτογράφους να την κυνηγούν και τον κόσμο να μαζεύεται γύρω της. Η χλωρίδα των ανθρώπινων επιθυμιών παραμένει ανεξερεύνητη.

Ο Χέρτζογκ κινηματογραφεί με σενάριο, αλλά τα περιστατικά στα οποία βασίζεται η ταινία είναι πραγματικά. Δεν φαίνεται όμως να τον αφορά το αξιοπερίεργο της παροχής υπηρεσιών. Ποια είναι τα όρια των ανθρωπίνων σχέσεων αλλά και η αντοχή της αυταπάτης; Οταν η μικρή Μαχίρο ζητάει από τον «μπαμπά» της να μένει μαζί του τα Σαββατοκύριακα και η μητέρα της του προτείνει να έρθει στο σπίτι της, να παντρευτούν (;) και να συνυπάρχουν ως οικογένεια στην πολυτελή κατοικία, εκείνος απαντά ότι ήρθε η ώρα «να πεθάνει». «Αυτή τη φορά θα πρέπει να αγοράσετε ένα θάνατο», λέει στη μητέρα.

Πόσο ανθεκτική είναι η «κατασκευή» της πραγματικότητας; Η εμπλοκή εμφανίζεται αργά ή γρήγορα, γιατί το συναίσθημα, παρά τον αυστηρό επαγγελματισμό, δεν αδρανοποιείται. Τιθασεύεται, υπακούει σε κανόνες, αλλά δεν νεκρώνεται. Ο πρωταγωνιστής, κάποια στιγμή, θα βρεθεί σε ένα ξενοδοχείο στο οποίο οι υπάλληλοι στην υποδοχή είναι ρομπότ. Στα διακοσμητικά στοιχεία του περιβάλλοντος και ένα ενυδρείο με ψαράκι-ρομπότ. Ο φακός αφιερώνει χρόνο στην κίνησή του μέσα στο νερό, στις μηχανικές ραφές του σώματός του, στο εφιαλτικό και θαυμαστό της ύπαρξής του. Μιμείται το ψάρι, οι προδιαγραφές έχουν τηρηθεί με επιστημονική ακρίβεια αλλά δεν «είναι» ψάρι. Πόσο συμφιλιώνεται το βλέμμα με το ανοίκειο; Η εικόνα, που δεν ψεύδεται, δηλώνει ότι όσο περισσότερο παρατηρείς τόσο πιο απωθητικό μοιάζει.

Η α λα καρτ ανθρώπινη αλληλεπίδραση εξελίσσεται σε μια νέα κανονικότητα; Για τον Χέρτζογκ η απάντηση βρίσκεται στα αδιέξοδα. Οσο υπάρχουν άνθρωποι θα υπάρχουν και αδιέξοδα χωρίς, υποχρεωτικές, λύσεις. Κι αυτό, όσο ακούγεται απαισιόδοξο άλλο τόσο είναι και σωτήριο.