Εκλογές στη Γαλλία: Η ανάσα Μακρόν και η τελική αναμέτρηση
Στις δύο εβδομάδες ως τις 24 Απριλίου, θα είναι δύσκολο για την κ. Λεπέν να ανατρέψει την εις βάρος της διαφορά. Παρ’ ότι πολλοί περισσότεροι ψηφοφόροι των ηττημένων υποψηφίων δηλώνουν διατεθειμένοι να τη στηρίξουν σε σχέση με το 2017, ο κ. Μελενσόν ήδη ώθησε τους δικούς του οπαδούς να μην την ψηφίσουν.
Το 2008, οι Αμερικανοί, κλονισμένοι από τη χρηματοπιστωτική κρίση που είχε μόλις ξεσπάσει και που θα οδηγούσε στην πιο βαθιά ύφεση από την εποχή του Μεγάλου Κραχ, επέλεξαν έναν 47χρονο μαύρο γερουσιαστή που δεν είχε ολοκληρώσει καν την πρώτη του θητεία στο Κογκρέσο. Οκτώ χρόνια αργότερα, παρά την ανάκαμψη της οικονομίας και τη διεύρυνση της πρόσβασης της ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, ο φόβος επικράτησε της ελπίδας: ένας μεγιστάνας που δεν είχε εκλεγεί ποτέ σε οποιοδήποτε αξίωμα απευθύνθηκε στα χειρότερα ένστικτα των ψηφοφόρων και πέτυχε μία ανέλπιστη νίκη.
Αν κρίνουμε από τα αποτελέσματα του πρώτου γύρου των γαλλικών προεδρικών εκλογών, η Ιστορία δεν θα επαναληφθεί στη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία της Ε.Ε. Σύμφωνα με την εκτίμηση ψήφου αυτή τη στιγμή, ο Εμανουέλ Μακρόν – ο φιλελεύθερος πρώην τραπεζίτης που συνέτριψε το πολιτικό κατεστημένο το 2017 και κέρδισε την προεδρία – διατηρεί ένα προβάδισμα σχεδόν πέντε μονάδων έναντι της Μαρίν Λεπέν (28,5% έναντι 23,6%). Ο β’ γύρος, συνεπώς, θα είναι μία επανάληψη της αναμέτρησης του 2017.
Τότε, ο κ. Μακρόν, υπέρ του οποίου είχε τοποθετηθεί δημοσίως με ένα σύντομο βίντεο ο Μπαράκ Ομπάμα, είχε επικρατήσει άνετα έναντι της κ. Λεπέν (66-34%), η οποία δήλωνε ευθέως την υποστήριξή της στις πολιτικές εθνικιστικής περιχαράκωσης και προστατευτισμού του Ντόναλντ Τραμπ. Η διαφορά μεταξύ των δύο υποψηφίων στον α’ γύρο το 2017 ήταν 2,7 μονάδες (24-21,3%).
Αυτή τη φορά είναι σχεδόν διπλάσια – γεγονός που προκάλεσε μεγάλη ανακούφιση στο στρατόπεδο του Γάλλου προέδρου, αλλά και στην Ε.Ε. ευρύτερα. Η Μαρίν Λεπέν μπορεί να μην τάσσεται ανοιχτά πλέον υπέρ του Frexit, αλλά οι πολιτικές της για το άσυλο, το Σένγκεν και τους τελωνειακούς ελέγχους και η θέση της περί της υπεροχής του εθνικού έναντι του ενωσιακού Δικαίου, αποτελούν βόμβα στα θεμέλια της Ε.Ε. Επιπλέον, οι φιλορωσικές της απόψεις θα προκαλούσαν βαθύ ρήγμα στην ενότητα της δυτικής συμμαχίας, θα υπονόμευαν την ισχύ των κυρώσεων κατά της Ρωσίας και θα έθεταν προσκόμματα στην παροχή στρατιωτικής βοήθειας προς την Ουκρανία.
Ο κ. Μακρόν και η κ. Λεπέν ενσαρκώνουν με ιδανικό τρόπο τη φιλοσοφία του φιλελεύθερου διεθνισμού και του αντι-φιλελεύθερου εθνολαϊκισμού αντίστοιχα. Η παρουσία στην προεκλογική εκστρατεία του επιθετικά ξενοφοβικού Ερίκ Ζεμούρ βοήθησε την υποψήφια του Εθνικού Συναγερμού να πλασάρει τον εαυτό της ως μία φυσιολογική πολιτικό. Εστιάζοντας στην έκρηξη της ακρίβειας, πρόβαλε ένα φιλολαϊκό προφίλ, αντιπαραθέτοντάς το με τον «παγκοσμιοποιημένο» πρόεδρο, η αφοσίωση του οποίου – σύμφωνα με τη γραμμή Λεπέν – είναι σε αφηρημένες έννοιες όπως η Ευρώπη και η οικονομία αντί για τις ανάγκες των απλών Γάλλων. Το εξαιρετικά υψηλό ποσοστό – άνω του 20% – του ακροαριστερού Ζαν-Λικ Μελενσόν είναι μία ακόμα ένδειξη του εύρους της δυσαρέσκειας των Γάλλων με μία οικονομία που μοιάζει να ανακάμπτει προς όφελος των λίγων και με έναν ηγέτη που δεν έχει καταφέρει να αποσείσει τη μομφή ότι είναι «πρόεδρος των πλουσίων».
Στις δύο εβδομάδες ως τις 24 Απριλίου, ωστόσο, θα είναι δύσκολο για την κ. Λεπέν να ανατρέψει την εις βάρος της διαφορά. Παρ’ ότι πολλοί περισσότεροι ψηφοφόροι των ηττημένων υποψηφίων δηλώνουν διατεθειμένοι να τη στηρίξουν σε σχέση με το 2017, ο κ. Μελενσόν ήδη ώθησε τους δικούς του οπαδούς να μην την ψηφίσουν.
Ο κ. Μακρόν – που ήταν ληθαργικός ως υποψήφιος στην πρώτη φάση της προεκλογικής εκστρατείας – θα τη σφυροκοπήσει για τις σχέσεις της με τον Βλαντίμιρ Πούτιν, ένα ζήτημα που θα είναι πολύ πιο δύσκολο να συνεχίσει να αποφεύγει με τον κ. Ζεμούρ εκτός σκηνής και με τις ρωσικές θηριωδίες να πολλαπλασιάζονται καθημερινά. Ο αντίπαλός της θα αναδείξει επίσης τον ανεδαφικό χαρακτήρα του οικονομικού της προγράμματος, που ως τώρα έχει αιωρηθεί πολιτικά αγνοώντας τους θεμελιώδεις νόμους της αριθμητικής. Και θα παρουσιάσει τον εαυτό του ως εγγυητή της σταθερότητας, ένα σίγουρο χέρι στο τιμόνι σε αυξανόμενα ασταθείς και αβέβαιους καιρούς.
Παρά την ευρεία αντιπάθεια που εμπνέει ο Γάλλος πρόεδρος – εν μέρει συνάρτηση της εγγενούς τάσης των Γάλλων να απορρίπτουν τους ηγέτες τους – , αυτά μάλλον θα αποδειχθούν αρκετά ώστε να επανεκλεγεί (θα είναι ο πρώτος μετά τον Ζακ Σιράκ και τη νίκη του το 2002 έναντι του πατέρα της Μαρίν, Ζαν-Μαρί Λεπέν). Αλλά θα είναι μία Κυριακή πιο αγωνιώδης από την αντίστοιχη πριν πέντε χρόνια, με την Ευρώπη να παρακολουθεί με κομμένη την ανάσα.
Γιάννης Παλαιολόγος-kathimerini.gr