«Εκεί που ζούμε» του Σωτήρη Γκορίτσα από το ομώνυμο μυθιστόρημα του Χρίστου Κυθρεώτη
«Εκεί που ζούμε» είναι ο τίτλος της καινούργιας ταινίας του Σωτήρη Γκορίτσα που ξεκίνησε να προβάλλεται από την Πέμπτη 27 Οκτωβρίου στις κινηματογραφικές αίθουσες.
Η ταινία βασίζεται στο ομώνυμο μυθιστόρημα του Χρίστου Κυθρεώτη που κυκλοφόρησε το 2019 από τις εκδόσεις Πατάκη. Εκείνο που παρακολουθούμε στο «Εκεί που ζούμε» είναι κάτι το οποίο αποτελεί κατάκτηση της ευρωπαϊκής και της βορειοαμερικανικής λογοτεχνίας ήδη από τις αρχές του 20ου αιώνα με τον «Οδυσσέα» του Τζέιμς Τζόις, ή (αρκετά αργότερα) με το «Μπιλιάρδο στις εννιάμισι» του Χάινριχ Μπελ: μια ημέρα που εξαπλώνεται σε μια ολόκληρη ταινία και σε ένα ολόκληρο μυθιστόρημα.
Η 16η Ιουνίου 1904 για τον Λέοπολντ Μπλουμ του Τζόις και η 6η Σεπτεμβρίου 1958 για τον Χάινριχ Φάμελ του Μπελ. Για τη μυθιστορηματική ημέρα του Αντώνη Σπετσιώτη του Κυθρεώτη θα πρέπει να φτάσουμε στις 20 Ιουνίου 2014, παραμονή του θερινού ηλιοστασίου, της μεγαλύτερης ημέρας του χρόνου. Πρόκειται όντως για μιαν ιδιαιτέρως μακρά ημέρα στη ζωή του τριανταπεντάχρονου δικηγόρου: όχι γιατί τη συγκεκριμένη ημερομηνία συμβαίνει κάτι σημαντικό (όπως τίποτε σημαντικό δεν συμβαίνει και κατά τη διάρκεια των ημερομηνιών που διαλέγουν ο Τζόις και ο Μπελ), αλλά διότι μια σειρά καθημερινών επεισοδίων έρχεται να συμπυκνώσει το απόσταγμα πολλών δεκαετιών, αρχής γενομένης από τα χρόνια της κρίσης και πηγαίνοντας συνεχώς προς τα πίσω: από την ανασφάλεια, την ανεργία και τη φυγή των επιστημονικά καταρτισμένων νέων στο εξωτερικό και τις πολλαπλές δημόσιες στρεβλώσεις (στρεβλώσεις πολιτικές, οικονομικές και κοινωνικές) προς τις μονιμότερες (και πέρα από τη γενιά του Αντώνη) παθογένειες, όπως ο τρόπος λειτουργίας της δικαιοσύνης, οι ύποπτες συναλλαγές που παρεισδύουν σε κάθε πτυχή της καθημερινότητας ή η εξαπάτηση όσων είναι πρόθυμοι να πέσουν θύματα του πιο έξαλλου καταναλωτισμού.
Αν ένα από τα βασικά στοιχεία του μυθιστορήματος του Κυθρεώτη είναι ο χρόνος, που από ώρες και λεπτά μετατρέπεται σε δεκαετίες, για να εκβάλει σε ένα σύνολο ζωής, πώς χειρίστηκε κάτι τέτοιο σκηνοθετικά ο Σωτ. Γκορίτσας; Πώς έγινε κινηματογραφικός, ο χρόνος μίας ημέρας του μυθιστορήματος; Λέει ο σκηνοθέτης στο ΑΠΕ-ΜΠΕ: «Διαλέγοντας από το μυθιστόρημα τις κορυφαίες στιγμές όσων συμβαίνουν στον ήρωα και προσπαθώντας να βρω λειτουργικό τρόπο αυτές να ενταχθούν με φυσικό τρόπο σε μια καθημερινή ημέρα του. Που τυχαίνει μάλιστα να είναι και η ημέρα των γενεθλίων του. Συμβαίνει πάντα όταν μετατρέπεις βιβλίο σε ταινία. Δεν είναι και ό,τι πιο εύκολο να εφευρίσκεις τα κινηματογραφικά ισοδύναμα της λογοτεχνίας. Κάποιες φορές μάλιστα είναι αδύνατον. Είναι όμως εξαιρετικά ενδιαφέρον και με ιντριγκάρει απόλυτα. Ίσως μάλιστα να είναι για εμένα το πιο ενδιαφέρον στάδιο της κινηματογραφικής δημιουργίας».
Η ερώτηση απευθύνεται και στον Χρ. Κυθρεώτη. Πώς εκτιμά τον κινηματογραφικό χειρισμό του μυθιστορηματικού χρόνου τού «Εκεί που ζούμε»; «Από την πρώτη στιγμή που ο Σωτήρης Γκορίτσας μού μίλησε για την πρόθεσή του να διασκευάσει σε ταινία το “Εκεί που ζούμε”, αυτό που μου φαινόταν η μεγαλύτερη πρόκληση για τον ίδιο ήταν το πώς θα κατάφερνε, χωρίς τα πιο ευέλικτα αφηγηματικά μέσα της λογοτεχνίας, να αποδώσει το χρονικό βάθος αυτής της μίας μέρας, αποφεύγοντας τον κίνδυνο της στατικότητας. Η αίσθησή μου είναι ότι το κατάφερε περίφημα, χωρίς μάλιστα να καταφύγει πουθενά στην ‘’εύκολη’’ λύση του voice over ή ανάλογων κινηματογραφικών τεχνικών. Και εκεί νομίζω πως οφείλεται και η επιτυχημένη σκιαγράφηση του ήρωα της ταινίας, ως ενός ανθρώπου που βρίσκεται εν κινήσει στον χρόνο».
Η ταινία και το βιβλίο προλαβαίνουν να εικονογραφήσουν μέσα στον χρόνο της μίας ημέρας έναν πλήρη κόσμο. Πώς θα έκλεινε μέσα σε δύο λέξεις αυτόν τον κόσμο ο Σωτ. Γκορίτσας; «Τρεις λέξεις, μου επιτρέπετε; Εκεί Που Ζούμε! Ή καλύτερα αυτό που έγραψε ο Άγγλος ποιητής Φίλιπ Λάρκιν “What are days for? Days are where we live”». Και ο Χρ. Κυθρεώτης τι ακριβώς φρονεί για τον ίδιο κόσμο; «Νομίζω πως ο σκηνοθέτης κατάφερε να χωρέσει απροσδόκητα πολύ από το βιβλίο στην ταινία του. Αυτό από μόνο του δεν είναι ούτε θετικό ούτε αρνητικό, εν προκειμένω όμως λειτούργησε καλά. Μια χορδή του βιβλίου είναι ίσως η συνομιλία ανάμεσα στις γενιές, και νομίζω πως αυτό είναι το κομμάτι που ο Σωτήρης ανέπτυξε πιο πολύ: χωρίς να ξεχνάει πως ο βασικός του πρωταγωνιστής είναι, ας πούμε, εκπρόσωπος της γενιάς των σαραντάρηδων, η δική του προσέγγιση περιέχει περισσότερο και το βλέμμα της μεγαλύτερης γενιάς, όπως τη βλέπει ο ίδιος. Το αποτέλεσμα βγάζει μια τρυφερότητα που συγκινεί».
Στην ταινία πρωταγωνιστεί ο Προμηθέας Αλειφερόπουλος με τους Στέλιο Μάινα, Μάκη Παπαδημητρίου, Χριστίνα Τσάφου, Μαρία Καλλιμάνη, Γεράσιμο Σκιαδαρέση, Ναταλία Τσαλίκη, Αργύρη Μπακιρτζή, Γιούλικα Σκαφιδά, Τάκη Σακελλαρίου, Μαίρη Μηνά, Λένα Παπαληγούρα, Ωρόρα Μαριόν και τη Λένα Κιτσοπούλου. Το σενάριο και τη σκηνοθεσία υπογράφει ο Σωτήρης Γκορίτσας, την παραγωγή ο Ηρακλής Μαυροειδής, τη διεύθυνση φωτογραφίας ο Διονύσης Ευθυμιόπουλος, το μοντάζ ο Δημήτρης Πεπονής, τον ήχο ο Κώστας Κουτελιδάκης, τα σκηνικά η Πηνελόπη Βαλτή, τα κοστούμια η Έλενα Γιαννίτσα, το casting ο Σταύρος Ράπτης, το make up η Αλεξάνδρα Μυτά, τον σχεδιασμό του ήχου ο Λέανδρος Ντούνης, τη διεύθυνση παραγωγής η Τέτα Αποστολάκη, executive producer ο Νίκος Σμπιλίρης και Β’ σκηνοθέτης η Φαίδρα Τσολίνα. Μια ταινία της «BlackTree» με τη χρηματοδότηση του Ελληνικού Κέντρου Κινηματογράφου και συμπαραγωγούς τους ΕΡΤ, Boo Productions, The Newtons Laboratory, SoGo Films και με την υποστήριξη του ΕΚΟΜΕ και χορηγία της ΕΖΑ.