«Διαβάζοντας» τα σημάδια της κακοποίησης
Η συνεχής προσκόλληση της 12χρονης στο κινητό της κίνησε τις υποψίες των συγγενών. Κάποια στιγμή το πήραν στα χέρια τους, το άνοιξαν και τότε ανακάλυψαν τον εφιάλτη… Με αυτόν τον τρόπο άρχισε να γίνεται γνωστή η εγκληματική δράση του 53χρονου ιδιοκτήτη παντοπωλείου στον Κολωνό, που κατηγορείται ότι βίαζε τη 12χρονη συστηματικά από τον Απρίλιο έως και τον Αύγουστο. Εντός του μαγαζιού του, στο οποίο απασχολούνταν η μητέρα και περιστασιακά και το παιδί, την κακοποιούσε, τη φωτογράφιζε, τη βιντεοσκοπούσε. Εν συνεχεία ανέβαζε υλικό στο Διαδίκτυο μέσω ψεύτικων προφίλ που είχε δημιουργήσει σε ανάλογους ιστοτόπους.
Βάσει του υλικού που έχει κατασχεθεί από τις Αρχές, υπολογίζεται ότι πάνω από 200 άτομα είχαν επικοινωνήσει διαδικτυακά μαζί του και είχαν εκφράσει επιθυμία να έρθουν σε επαφή με τη 12χρονη. Για ορισμένους από αυτούς φέρεται να είχε ήδη κανονίσει συνάντηση με το κορίτσι έναντι αμοιβής. Οι αστυνομικοί της Υποδιεύθυνσης Προστασίας Ανηλίκων της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής, έπειτα από την καταγγελία που έγινε από την πλευρά της οικογένειας, παρακολουθούσαν στενά τον 53χρονο και τον συνέλαβαν από κοινού και με έναν 43χρονο, που επίσης κατηγορείται για βιασμό της 12χρονης.
Η παραπάνω υπόθεση θα απασχολεί για μέρες την επικαιρότητα και θα φθάσει στα παιδιά και στους εφήβους από διάφορους διαύλους επικοινωνίας. Μπορεί, επομένως, και πρέπει να αποτελέσει αφορμή ώστε γονείς και εκπαιδευτικοί να ενημερώσουν τα παιδιά για τον κίνδυνο που διατρέχουν – να βρεθούν δηλαδή κοντά σε κάποιον που θα προσπαθήσει να τα εκμεταλλευτεί σεξουαλικά. «Η πιθανότητα είναι δυστυχώς μεγάλη λόγω της επιδεξιότητας των δραστών», εξηγεί στην «Καθημερινή» ο δρ Αθανάσιος Αλεξανδρίδης, παιδοψυχίατρος – ψυχαναλυτής. «Ο δράστης, κατά κανόνα, δεν δρα παρορμητικά». Μια παρορμητική στάση άλλωστε θα προκαλούσε στο ανήλικο υποψίες, οπότε θα προφυλασσόταν από μόνο του. «Ο δράστης θα προσεγγίσει το παιδί με σχέδιο, θα το καλοπιάσει, θα μάθει τι του αρέσει, ποιες είναι οι αδυναμίες του, θα καλλιεργήσει οικειότητα, θα το σαγηνεύσει και αφού εγκαταστήσει την αποπλάνηση και την κακοποίηση, θα το απειλήσει για να μη μιλήσει σε άλλους. Οι δράστες είναι εξαιρετικά ικανοί στο να τρομοκρατούν τα παιδιά, να τα γεμίζουν ενοχές και ντροπή», τονίζει.
Σύμφωνα με τα ευρήματα σχετικών ερευνών, πρόσωπα με τέτοιες βλέψεις εντοπίζουν παιδιά που νιώθουν μειονεκτικά και δεν έχουν σχέση εμπιστοσύνης με τους γονείς, παιδιά που είναι ευάλωτα συναισθηματικά. «”Ποιος ξέρει τι βλακείες είπες και σε κορόιδεψαν”, “μήπως κι εσύ τον προκάλεσες;”. Αυτές είναι πραγματικές αντιδράσεις γονέων όταν τα παιδιά τούς μεταφέρουν προσβλητικές συμπεριφορές των οποίων γίνονταν αποδέκτες», περιγράφει ο δρ Αλεξανδρίδης. «Στη μία περίπτωση το παιδί ήταν θύμα ενδοσχολικού εκφοβισμού, στην άλλη, σεξουαλικής παρενόχλησης που εξελίχθηκε σε κακοποίηση».
Οικογενειακό προφίλ
Κοινό χαρακτηριστικό των παιδιών που βιώνουν τέτοιες καταστάσεις, σημειώνει ο κ. Αλεξανδρίδης, είναι ότι «προέρχονται από πολυπροβληματικές οικογένειες, όπου συχνά υπάρχει εξάρτηση από αλκοόλ ή ουσίες, κάποια ψυχική διαταραχή και χαμηλό κοινωνικοοικονομικό επίπεδο». Εξαιτίας όλων των παραπάνω χαρακτηριστικών, οι εν λόγω οικογένειες ζουν συνήθως σε σπίτια λίγων τετραγωνικών και «η πολύ μεγάλη στενότητα χώρου καταργεί την ιδιωτικότητα, με συνέπεια τελικά ψυχές και σώματα να μπερδεύονται».
Οι δράστες είναι εξαιρετικά ικανοί στο να τρομοκρατούν τα παιδιά, να τα γεμίζουν ενοχές και ντροπή
Η ύπαρξη πολλών παιδιών, όμως, δεν είναι εξ ορισμού δυσλειτουργική. «Παλαιότερα, όταν οι οικογένειες ήταν πολυμελείς, τα μεγαλύτερα παιδιά ή συγγενείς της ευρύτερης οικογένειας (νέοι θείοι και θείες, γιαγιάδες κ.ά.) αναλάμβαναν γονεϊκούς ρόλους, γίνονταν τα πρόσωπα αναφοράς, με τα οποία τα παιδιά συνδέονταν συναισθηματικά και ανέπτυσσαν σχέσεις εμπιστοσύνης και φροντίδας». Η καλή οικογένεια εξασφαλίζει την ιδιωτικότητα των μελών, αλλά ταυτόχρονα είναι ανοιχτή στο «μοίρασμα» δύσκολων εμπειριών και συναισθημάτων.
«Υπάρχουν σημάδια που πρέπει να θορυβήσουν τους γονείς;» ρωτάμε τον κ. Αλεξανδρίδη. «Κάθε αλλαγή συμπεριφοράς του παιδιού προς τους γονείς –πιο επιθετικό, πιο απόμακρο ή “καλόβολο”– πρέπει να προβληματίσει», απαντάει. «Αντίστοιχες αλλαγές συμπεριφοράς προς τους φίλους ή ξαφνικά η απόκτηση πολλών νέων φίλων». Ταυτόχρονα και το σώμα των παιδιών «μαρτυρά» όσα ζουν. «Αλλαγές στους βιολογικούς ρυθμούς, του ύπνου και του φαγητού (αϋπνίες, βουλιμικές κρίσεις), θέλουν κάτι να μας πουν», συμπληρώνει. «Τα παιδιά δεν μπορούν να διαχειριστούν κάτι τέτοιο, με συνέπεια να αποκτούν σωματικές διαταραχές, όπως κοιλιακούς πόνους, κεφαλαλγίες». Τέλος, ένα ακόμη εξόφθαλμο σημάδι είναι η προσκόλληση στο κινητό και η προσπάθεια αυτό να παραμένει μακριά από τους γονείς. «Ολα τα παιδιά που περνούν κάτι τέτοιο διακρίνονται από αδυναμία συγκέντρωσης, καθώς είναι πολύ απασχολημένα με όσα τους συμβαίνουν», εξηγεί ο δρ Αλεξανδρίδης.
Πολλαπλά τραύματα
Οι γονείς καλούνται, λοιπόν, να μιλήσουν στα παιδιά με σαφήνεια, αλλά χωρίς πολλές λεπτομέρειες, που ενδέχεται να διεγείρουν έντονα κάποιον έφηβο, για τη μεγάλη βλάβη που μπορεί να προέλθει από τη σεξουαλική κακοποίηση. «Είναι τέτοια η φύση του εγκλήματος, που προκαλεί τραύματα σε πολλά επίπεδα – στο σώμα, στην ψυχή και στο αίσθημα ταυτότητας του ατόμου», επισημαίνει ο δρ Αλεξανδρίδης. «Το τραύμα αυτό μπορεί να το κουβαλάει για χρόνια, ακόμη και για όλη του τη ζωή». Με αυτή την αφορμή μπορούμε να θίξουμε «και το ζήτημα της έκθεσης των παιδιών μέσω των social media και τις μεταξύ τους παραβιαστικές δράσεις», προσθέτει ο ίδιος. «Δεν θα πρέπει ποτέ να εμπιστεύονται τον φίλο που έχουν σήμερα και ζητάει μια γυμνή φωτογραφία, αλλά αύριο θα πάψει να είναι φίλος». Και στο σχολείο ενδείκνυται να γίνει ανάλογη συζήτηση. «Οχι όμως σε μια αχανή αίθουσα, όπου θα συνυπάρχουν πολλά τμήματα μαζί, αλλά μέσα στην τάξη και με τον καθηγητή με τον οποίο τα παιδιά είναι πιο συνδεδεμένα», τονίζει ο δρ Αλεξανδρίδης. «Ετσι η διεργασία θα είναι γόνιμη».
Ακόμη πιο σημαντικό, βέβαια, είναι η δημιουργία σχολών γονέων στα σχολεία, στους δήμους ή σε ιδιωτικούς φορείς. «Εμείς οφείλουμε να στηρίξουμε και να κατευθύνουμε τους γονείς, ώστε και εκείνοι να μπορέσουν να φέρουν εις πέρας επιτυχώς τον γονεϊκό τους ρόλο», υπενθυμίζει. «Ζούμε σε μια ρευστή κατάσταση, στην οποία συνεχώς προστίθενται νέες προκλήσεις». Στην ενημέρωση και ευαισθητοποίηση των παιδιών μπορεί να συνεισφέρει πολύ μια προσωπική μαρτυρία. «Η μαρτυρία ενός θύματος βίας είναι αυτό που πάντοτε πείθει περισσότερο», αναφέρει ο έμπειρος παιδοψυχίατρος, «το έχουμε διαπιστώσει και με θύματα τροχαίων ή με τοξικομανείς».
Ιδιαίτερα αποτελεσματικό για τον περιορισμό τέτοιων εγκλημάτων, σύμφωνα με τον δρα Αλεξανδρίδη, είναι και ένα άλλο μέτρο. «Μόλις ολοκληρωθεί η αστυνομική και δικαστική έρευνα, θα πρέπει να υπάρξει δημοσιοποίηση των ονομάτων – όχι μόνο του δράστη, αλλά και όσων υπήρξαν “πελάτες” παιδικής πορνογραφίας και πορνείας», τονίζει ο δρ Αλεξανδρίδης, γιατί «ένα από τα πράγματα που φοβάται ο άνθρωπος είναι η δημόσια κατακραυγή και ο φόβος ότι έπειτα από μια τόσο αποτρόπαιη πράξη όλοι θα ξέρουν ποιος είσαι και τι κάνεις. Είναι το μόνο που μπορεί να λειτουργήσει ως φραγμός».
Ιωάννα Φωτιάδη-kathimerini.gr
Η σεξουαλική διαπαιδαγώγηση, η πιο αποτελεσματική «ασπίδα»
«Ένα παιδί ποτέ δεν φταίει. Κανένα θύμα βιασμού δεν φταίει! Η ολοκληρωτική ευθύνη ανήκει στον άνθρωπο που διέπραξε το έγκλημα. Κι όμως, ακόμα και όταν λέμε στο παιδί “μην αφήσεις κανέναν να σε αγγίζει στα γεννητικά σου όργανα” αντί για “κανείς δεν επιτρέπεται να σε αγγίξει στα γεννητικά σου όργανα” μετακυλίουμε σε αυτό ένα αίσθημα ευθύνης». Η Λίνα Λυκομήτρου, ψυχολόγος, μελετώντας επί χρόνια το φαινόμενο της σεξουαλικής παρενόχλησης σε παιδιά κι εφήβους, έχει καταλήξει ότι η σεξουαλική διαπαιδαγώγηση αποτελεί την πιο αποτελεσματική «ασπίδα» σε τέτοιου είδους επιθέσεις. Μέσα από τη δράση «Άγγιγμα και Όρια», την οποία ίδρυσε με ψυχολόγους και θεατροπαιδαγωγούς, «εκπαιδεύουν» με όχημα το παιχνίδι και το θέατρο τα παιδιά να προστατεύουν το σώμα τους.
9 στις 10 φορές ο θύτης είναι ένας άνθρωπος που ανήκει στο στενό φιλικό ή συγγενικό περιβάλλον
«Ενα παιδί μπορεί να οχυρωθεί τόσο ώστε να μην επιλεχθεί ως θύμα. Όταν ο θύτης δει πως το παιδί γνωρίζει πως όλο του το σώμα είναι ιδιωτικό και όχι μόνο η περιοχή των γεννητικών οργάνων, πως απαγορεύεται κάποιος να το αγγίζει αν το ίδιο δεν το θέλει, πως υπάρχουν ιδιωτικοί χώροι, όπως η τουαλέτα και το υπνοδωμάτιο, στους οποίους ακολουθούμε κανόνες ιδιωτικότητας και φυσικά όταν έχει μια ουσιαστική συναισθηματική σύνδεση με τους γονείς του, τότε το παιδί αυτό έχει αποκλειστεί από τη λίστα των θυμάτων του», τονίζει η κ. Λυκομήτρου. Μάλιστα, η σεξουαλική διαπαιδαγώγηση ξεκινάει από τη βρεφική ηλικία. «Ο τρόπος που αγγίζουμε εμείς τα παιδιά μας είναι ο τρόπος που τα ίδια μαθαίνουν να κανονικοποιούν το άγγιγμα. Για παράδειγμα, όταν τα φιλάμε στο στόμα, το μήνυμα που περνάμε σε αυτά είναι πως ένας ενήλικος που αγαπούν και εμπιστεύονται –δηλαδή ακόμα και ο μελλοντικός θύτης– μπορεί να τα φιλήσει στο στόμα».
Φυσικά ποτέ δεν ήταν εύκολο να μιλήσεις στις οικογένειες για τη σεξουαλική διαπαιδαγώγηση και ενημέρωση. «Πολλοί γονείς θέλουν να ενημερωθούν αλλά άλλοι το θεωρούν ακόμα ταμπού, μολονότι είναι ένα ζήτημα που αφορά την υγεία του παιδιού. Δυστυχώς υπάρχει η σκέψη ή η πεποίθηση ότι “εγώ ξέρω πώς να προστατεύσω το παιδί μου, αφού ούτως ή άλλως δεν μιλάει ποτέ σε αγνώστους” ή “του έχω πει να μην αφήσει κανέναν να το αγγίξει”. Μας ακολουθεί η στατιστική όμως. Στην Ελλάδα, 1 στα 6 παιδιά θα δεχθεί κάποιας μορφής σεξουαλική βία στη ζωή του και σε 9 στις 10 περιπτώσεις ο θύτης είναι ένας άνθρωπος που ανήκει στο στενό φιλικό ή συγγενικό περιβάλλον».
«Κοχυλάκι, εσύ δε φταις!»
Πριν από λίγες εβδομάδες η ομάδα «Άγγιγμα και Όρια» εξέδωσε το παραμύθι για την πρόληψη της σεξουαλικής κακοποίησης των παιδιών «Κοχυλάκι, εσύ δε φταις!» (εκδόσεις Μεταίχμιο), με ήρωα ένα αξιαγάπητο μικρό μαλάκιο που έχει μια δυσάρεστη εμπειρία στον βυθό από ένα προσφιλές του πρόσωπο, τον Κάβουρα. Προφανής ο συμβολισμός: «Οι θύτες είναι άτομα που τα παιδιά γνωρίζουν, εμπιστεύονται και αγαπούν, οπότε τους είναι εύκολο να τα προσεγγίσουν και να τα χειραγωγήσουν ώστε να τα εξαναγκάσουν να “βγουν απ’ το καβούκι τους”», εξηγούν στην «Καθημερινή» οι συγγραφείς του παραμυθιού (Μάγια Μύριαμ Παπαγεωργίου, Φιλίππη Ρούβαλη, Νατάσα Ρουστάνη, Γκλόρια Χόντια). Το πλαίσιο του βυθού είναι και αυτό συμβολικό της συναισθηματικής απομόνωσης του θύματος. «Ο θύτης δημιουργεί στο παιδί την αίσθηση ότι δεν μπορεί και δεν πρέπει να μιλήσει στους δικούς του για ό,τι συνέβη». Οπως λένε, το παραμύθι στοχεύει στην ενδυνάμωση του παιδιού να λέει όχι σε ένα άγγιγμα που το κάνει να νιώθει άσχημα και το τρομάζει και να μη νιώθει ότι έφταιξε για το περιστατικό και στην παρακίνηση να μιλήσει αμέσως σε κάποιον που εμπιστεύεται.
1 στα 6 παιδιά στην Ελλάδα θα δεχθεί κάποιας μορφής σεξουαλική βία στη ζωή του
Η σεξουαλική διαπαιδαγώγηση των παιδιών μπορεί να σπάσει και τη σιωπή τους. «Τα παιδιά δεν γνωρίζουν πολύ βασικές πληροφορίες, όπως το να ονοματίζουν τα γεννητικά τους όργανα με πραγματικές, ιατρικές ονομασίες», προσθέτει η κ. Λυκομήτρου. «Επιπλέον, σε μια οικογένεια όπου δεν έχει συζητηθεί ποτέ η έννοια του σεξ ή έχει χαρακτηριστεί ως κάτι βρώμικο και ντροπιαστικό, πώς ένα παιδί θα ανοίξει το θέμα;».
Τι κάνουμε όταν ένα παιδί μας εκμυστηρευθεί ένα τέτοιο γεγονός; «Το πιστεύουμε! Το παιδί έχει δώσει ήδη μια πολύ μεγάλη μάχη για να μπορέσει να εμπιστευθεί κάποιον άλλον!».
Το «Κοχυλάκι, εσύ δε φταις!» περιλαμβάνει πρόσθετο υλικό για γονείς και εκπαιδευτικούς με βιωματικές δραστηριότητες για να τις αξιοποιήσουν μαζί με το παιδί εμβαθύνοντας στην πρόληψη και την ενημέρωση για τη σεξουαλική κακοποίηση των παιδιών.
Λίνα Γιάνναρου-kathimerini.gr