ΕΛΛΑΔΑ

Δίον: Ο ιερός τόπος των αρχαίων Μακεδόνων

Άποψη του αρχαιολογικού χώρου του Δίου

Σε ένα μοναδικό φυσικό περιβάλλον με πλούσια βλάστηση, πανύψηλα δέντρα, άφθονες πηγές νερού και ένα πλωτό ποτάμι, στις υπώρειες του Ολύμπου και εντός των σύγχρονων ορίων της Πιερίας, βρισκόταν ο ιερός τόπος των αρχαίων Μακεδόνων, το Δίον

Σε ένα μοναδικό φυσικό περιβάλλον με πλούσια βλάστηση, πανύψηλα δέντρα, άφθονες πηγές νερού και ένα πλωτό ποτάμι, στις υπώρειες του Ολύμπου και εντός των σύγχρονων ορίων της Πιερίας, βρισκόταν ο ιερός τόπος των αρχαίων Μακεδόνων, το Δίον.

Η ανασκαφική έρευνα στην περιοχή, που πραγματοποιεί από τη δεκαετία του 1920 το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, έχει αποκαλύψει μια οχυρωμένη πόλη, πλαισιωμένη από χώρους λατρείας, που κατοικήθηκε αδιάκοπα από τους Κλασικούς έως τους Παλαιοχριστιανικούς Χρόνους.

Ανάμεσα στους θεούς που λατρεύονταν στο Δίον κυρίαρχη θέση κατείχε ο Ολύμπιος Δίας, στον οποίον οφείλει το όνομά της η πόλη. Το ιερό του ήταν για τους Mακεδόνες ό,τι για τους νότιους Έλληνες το ιερό του Διός στην Oλυμπία.

Στο διάβα των αιώνων

Στο Δίον είχε στηθεί από την απώτατη αρχαιότητα ένας μεγάλος βωμός για τη λατρεία του Ολυμπίου Διός και των κορών του, των Μουσών.

Τον 5ο αιώνα π.Χ., όταν το κράτος των Μακεδόνων απέκτησε μεγάλη ισχύ και άρχισε να διαδραματίζει πρωταγωνιστικό ρόλο στο γεωγραφικό χώρο της ελληνικής επικράτειας, καθιερώθηκαν στο Δίον λαμπροί αγώνες, αθλητικοί και θεατρικοί, τα εν Δίω Ολύμπια.

Για την οργάνωση των αγώνων αυτών μεριμνούσαν οι ίδιοι οι βασιλείς της Μακεδονίας, που χρησιμοποιούσαν το ιερό του Διός ως τον κεντρικό χώρο λατρείας για όλους τους Μακεδόνες.

Δίπλα στους ιερούς αυτούς χώρους των Μακεδόνων οικοδομήθηκε μια πόλη, η οποία άρχισε να αναπτύσσεται από τον 5ο αιώνα π.Χ. και απέκτησε μνημειακή μορφή στα τέλη του 4ου αιώνα π.Χ., στα χρόνια των Διαδόχων του Μεγάλου Αλεξάνδρου, όταν χτίστηκαν τα εντυπωσιακά τείχη και τα δημόσια κτίριά της.

Η σημαντική αυτή πόλη επικοινωνούσε και με τη θάλασσα μέσω του Βαφύρα, ποταμού που στην αρχαιότητα ήταν πλωτός.

Το 220 π.X. οι Aιτωλοί λεηλάτησαν το Δίον, όμως η πόλη και τα ιερά ξαναχτίστηκαν. Μετά τη μάχη της Πύδνας (168 π.Χ.) η περιοχή έγινε ρωμαϊκή αποικία.

Επί Pωμαιοκρατίας το ιερό εξακολούθησε να λειτουργεί και εμπλουτίστηκε με νέες λατρείες, η δε πόλη του Δίου γνώρισε μια δεύτερη ακμή κατά την περίοδο των φιλαλέξανδρων αυτοκρατόρων της Ρώμης, το 2ο και τον 3ο αιώνα μ.Χ.

Κατά τους Παλαιοχριστιανικούς Χρόνους η πόλη συρρικνώθηκε, ενώ στα τέλη του 4ου αιώνα λεηλατήθηκε από τους Γότθους του Aλάριχου.

Σεισμοί και πλημμύρες κατά τον 5ο αιώνα ολοκλήρωσαν την καταστροφή.

Ο τόπος εγκαταλείφθηκε και οι κάτοικοι μετοίκησαν σε ασφαλέστερες περιοχές, στους πρόποδες του Ολύμπου.

Το αρχαιολογικό πάρκο του Δίου

Στο χώρο των ανασκαφών έχει διαμορφωθεί αρχαιολογικό πάρκο, μοναδικό στη χώρα ανάλογης έκτασης και οργάνωσης. Περιλαμβάνει την αρχαία πόλη, τα ιερά που έχουν αποκαλυφθεί, τα θέατρα, το στάδιο και τα νεκροταφεία.

Ο επισκέπτης διασχίζει πανέμορφα πλακόστρωτα μονοπάτια δίπλα στον ποταμό Βαφύρα, συναντά σε πολλά σημεία μικρές τεχνητές λίμνες, διακρίνει σπάνια είδη πανίδας και χλωρίδας, ενώ μπορεί να ξεκουραστεί σε ειδικά διαμορφωμένους χώρους αναψυχής δίπλα στις πηγές.

Η αρχαία πόλη του Δίου περιβαλλόταν από τείχος (στις διάφορες φάσεις της ανέγερσής του, από τον 4ο αιώνα π.Χ. έως το 2ο-3ο αιώνα μ.Χ., χρησιμοποιήθηκαν ως οικοδομικό υλικό γλυπτά και αρχιτεκτονικά μέλη που είχαν αποσπαστεί από άλλα οικοδομήματα) και είχε κανονικό πολεοδομικό σύστημα με δύο κάθετα τεμνόμενες κεντρικές λεωφόρους, οικοδομικές νησίδες με ιδιωτικές κατοικίες, καταστήματα, εργαστήρια, δημόσια κτίρια και πυκνό δίκτυο πλακοστρωμένων δρόμων, που εξυπηρετούσαν την κυκλοφορία πεζών και οχημάτων.

Υπήρχε, επίσης, πολύ καλά οργανωμένο σύστημα υδροδότησης και αποχέτευσης.

Τα κτίρια, που σώζονται σε μεγάλο ύψος και εντυπωσιάζουν τον επισκέπτη για το επίπεδο διατήρησής τους, ανήκουν στους Aυτοκρατορικούς Xρόνους. Τα παλαιότερα οικοδομήματα βρίσκονται σε βαθύτερα στρώματα και μικρό μόνο μέρος τους έχει αποκαλυφθεί.

Τα σημαντικότερα μνημεία

Ακολουθώντας το πλακοστρωμένο μονοπάτι μετά το περίπτερο εισόδου στο αρχαιολογικό πάρκο, ο επισκέπτης προσπερνά τη μεγάλη πηγή νερού στα δεξιά του και φθάνει στο ιερό της Δήμητρας με τα πολλά ιερά κτίρια, τα παλαιότερα των οποίων χρονολογούνται στα τέλη του 6ου αιώνα π.Χ. και τα νεότερα στους Ρωμαϊκούς Χρόνους.

Συνεχίζοντας την πορεία του στο μονοπάτι, ο επισκέπτης βρίσκεται μπροστά στο ιερό του Διός Υψίστου, που χρονολογείται στους Ελληνιστικούς και τους Ρωμαϊκούς Χρόνους.

Μεταξύ άλλων, εδώ αποκαλύφθηκαν οι βάσεις των τειχών του ναού, ο σηκός, ο βωμός, ο θρόνος, μαρμάρινο ακέφαλο άγαλμα του Διός Υψίστου ενθρόνου (2ος αιώνας π.Χ.), μαρμάρινα αναθήματα με εγχάρακτους αετούς διαφόρων μεγεθών, ψηφιδωτό δάπεδο, εγχάρακτο μακεδονικό ημερολόγιο, επιγραφές και αναθήματα πιστών.

Η αρχαιολογική σκαπάνη αποκάλυψε και μαρμάρινο ακέφαλο άγαλμα της Ήρας ενθρόνου (το άγαλμα του 2ου αιώνα π.Χ. ονομάστηκε «Θεά του διατειχίσματος», διότι βρέθηκε εντειχισμένο σε διατείχισμα των Παλαιοχριστιανικών Χρόνων), που ως «πάρεδρος» θεά καθόταν δίπλα στον Δία τον Ύψιστο, μέσα στο ναό.

Λίγα μέτρα ανατολικότερα αποκαλύφθηκε ιερό αφιερωμένο στη λατρεία των αιγυπτίων θεών (του Σαράπιδος, της Ίσιδος και του Ανούβιδος), χωρίς αμφιβολία ένας από τους ωραιότερους αρχαιολογικούς χώρους της Mακεδονίας.

Κάτω από τα πανύψηλα δέντρα, μέσα στα αγιασμένα νερά, προβάλλει αινιγματικός ο ναός. Μπροστά στα σκαλοπάτια του ναού και στις κόγχες των γύρω κτιρίων ίστανται, στη θέση όπου βρέθηκαν, αγάλματα (γύψινα εκμαγεία) και άλλα αφιερώματα.

Ο ναός οικοδομήθηκε κατά τους Ελληνιστικούς Χρόνους, στην ίδια θέση όπου παλαιότερα λατρευόταν η Άρτεμις Λοχεία.

Στο χώρο του ιερού υπάρχει ναΐσκος της Αφροδίτης Υπολυμπιδίας, της τοπικής Αφροδίτης των υπωρειών του Ολύμπου.

Το μονοπάτι οδηγεί ακολούθως τον επισκέπτη στον κεντρικό δρόμο της πόλης, που ήταν στρωμένος με μεγάλες λίθινες πλάκες και διέσχιζε την πόλη από B προς N.

Μια εναλλακτική διαδρομή μετά το ιερό της Δήμητρας οδηγεί στο ιερό του Διός Ολυμπίου, όπου βρέθηκαν ο μεγάλος βωμός και πολλές επιγραφές με επίσημα κείμενα των μακεδόνων βασιλέων.

Κοντά στο ιερό του Διός εντοπίστηκαν χώρος φύλαξης χάλκινων νομισμάτων κοπής Δίου (2ος αιώνας μ.Χ.), που απεικονίζουν στη μια πλευρά τη θεά Αθηνά και στην άλλη τον αυτοκράτορα (στο χώρο αυτόν βρισκόταν πιθανότατα το θησαυροφυλάκιο του ιερού), και επιγραφή των Ελληνιστικών Χρόνων (3ος αιώνας π.Χ.), στην οποία περιλαμβάνονται και ονόματα γυναικών που πιθανότατα ανήκαν στα ανώτατα κοινωνικά στρώματα και κατείχαν δημόσια αξιώματα («ΧΗΡΑΙ ΠΟΛΙΤΙΔΑΙ»).

Στις νότιες παρυφές του ιερού χτίστηκε τη Ρωμαϊκή Περίοδο ένα νέο θέατρο, το οποίο αντικατέστησε το μεγάλο ελληνιστικό θέατρο που βρίσκεται βορειοδυτικά του ιερού του Διός Ολυμπίου.

Ακολουθώντας τον κεντρικό δρόμο, ο επισκέπτης φθάνει στη μεγάλη αστική έπαυλη με το περίφημο ψηφιδωτό του Διονύσου, που παριστάνεται πάνω στο άρμα του να βγαίνει μέσα από τα κύματα της θάλασσας.

Επιστρέφοντας στην κεντρική διασταύρωση, ο επισκέπτης συναντά ένα πολύ ενδιαφέρον από αρχιτεκτονικής απόψεως πολυγωνικό κτίριο, που πιθανώς ήταν μια στεγασμένη αγορά.

Στον ίδιο δρόμο που οδηγεί στην πύλη του Ολύμπου βρίσκεται η είσοδος στην παλαιοχριστιανική βασιλική της όψιμης περιόδου του Δίου, με δύο επάλληλες οικοδομικές φάσεις (4ος και 5ος αιώνας μ.Χ.).

Στις νότιες παρυφές της πόλης, προς την έξοδο από το αρχαιολογικό πάρκο, απλώνεται το κτιριακό συγκρότημα των θερμών (δημοσίων λουτρών), που κατασκευάστηκε στα χρόνια των Σεβήρων. Εκτός από τους λουτρικούς χώρους, που ήταν στρωμένοι με μαρμάρινα και ψηφιδωτά δάπεδα, οι μεγάλες θέρμες διέθεταν χώρους αναψυχής, αίθουσα λατρείας του Ασκληπιού, αλλά και ένα ωδείο για εκδηλώσεις πολιτισμού.

Κοντά στα ανατολικά όρια του αρχαιολογικού χώρου αποκαλύφθηκαν ναός της Αρτέμιδος Βαφυρίας, ακέφαλο λατρευτικό άγαλμα της θεάς και μια αναθηματική στήλη με επιγραφή που πιστοποιεί ότι ο ιερός χώρος ανήκε στη θεά.

Το Αρχαιολογικό Μουσείο

Στο Αρχαιολογικό Μουσείο προβάλλονται ευρήματα των ανασκαφών του Δίου και της γύρω περιοχής.

Εκτίθενται γλυπτά Eλληνιστικών και Pωμαϊκών Xρόνων, αγάλματα από το συγκρότημα των θερμών, αγάλματα και μαρμάρινα αναθήματα από το ιερό των αιγυπτίων θεών, μαρμάρινη τράπεζα προσφορών, βωμός της Aφροδίτης και κεφάλια από αγάλματα της Aφροδίτης και της Δήμητρας από το ιερό της Δήμητρας, ευρήματα από άλλα ιερά και από τα νεκροταφεία, αρχιτεκτονικά μέλη και άλλα ευρήματα από τις παλαιοχριστιανικές βασιλικές, λίθινα αντικείμενα και νομίσματα, γλυπτά από την έπαυλη του Διονύσου, κεραμική και άλλα ευρήματα από τα νεκροταφεία του Oλύμπου και της υπόλοιπης Πιερίας, επιτύμβιες στήλες, μπρούντζινα ειδώλια και άλλα μικροαντικείμενα από το ιερό στη Pητίνη.

Η Αρχαιοθήκη

Πρωτοποριακός χώρος συντήρησης και επιστημονικής μελέτης αρχαίων αντικειμένων, η Αρχαιοθήκη του Δίου περιλαμβάνει το μοναδικής αξίας ψηφιδωτό του Διονύσου, χάλκινα σκεύη, γυάλινα αγγεία, δακτυλιόλιθους, αντικείμενα και διακοσμητικά πλακίδια από κόκαλο, νομίσματα, θραύσματα γλυπτών.

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το χάλκινο έλασμα από την επένδυση μακεδονικής ασπίδας του 3ου αιώνα π.Χ., που ανήκε στο βασιλιά της Μακεδονίας Δημήτριο τον Πολιορκητή. Φέρει ανάγλυφο αστέρι με δώδεκα ακτίνες (συμβολίζει το μακεδονικό βασιλικό οίκο) και περιμετρικά ανάγλυφους ομόκεντρους κύκλους και αστέρια. Ανάμεσα στις ακτίνες υπάρχει έκτυπη η επιγραφή «ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ».