Γ. Κοτανίδης, ένας ευγενής και αθόρυβος δημιουργός
Ο Γιώργος Κοτανίδης δεν υπήρξε ένας από τους δημοφιλέστερους πρωταγωνιστές του θεάτρου μας, ούτε ένας από τους γνωστότερους –στον πολύ κόσμο– αγωνιστές εναντίον της δικτατορίας.
Ωστόσο, η είδηση του θανάτου του σκόρπισε μεγάλη συγκίνηση, τόσο στον καλλιτεχνικό κόσμο όσο και σε μεγάλο μέρος του πολιτικού κόσμου, καθώς ο αγαπητός ηθοποιός, σκηνοθέτης και συγγραφέας, ήταν αφοσιωμένος στην τέχνη και στις ιδέες του. Ηταν από τους ανθρώπους που εκπροσωπούσαν την Αριστερά της θυσίας και της πνευματικότητας.
Μετρημένος στις κουβέντες του χωρίς συναισθηματικές εκρήξεις για όσα έζησε, με μια απόμακρη αυστηρότητα αλλά και μια γλυκιά ευγένεια σε όσους τον πλησίαζαν, στο μετρό που επέμενε να χρησιμοποιεί στην καθημερινότητά του, στις βόλτες του στην πόλη που τόσο αγαπούσε, στα αγαπημένα του βιβλιοπωλεία, στον πρωινό καφέ στο «Φίλιον» με τους παλιούς του φίλους.
Στην αρχή της οικονομικής κρίσης, το 2011, είχαμε συναντηθεί στο σπίτι του στα Ιλίσια με αφορμή την κυκλοφορία του τέταρτου βιβλίου του «Ολοι μαζί τώρα!» (εκδ. Καστανιώτη), ένα προσωπικό αφήγημα της ζωής του, αλλά και για τον πρωτοπόρο θίασο, το «Ελεύθερο θέατρο», έναν ομαδικό βηματισμό προς την ουτοπία, όπως έλεγε, για εκείνα τα χρόνια του ’70. Κι όμως ξάφνιασε με τη λοξή ματιά του εκείνος ο θίασος, ο οποίος ξεκίνησε με αρχικό πυρήνα τους: Υβόννη Μαλτέζου, Αννέτα Μιχαλιτσιάνου, Αγγελική Κυριαζάκη, Χριστίνα Σιμοπούλου, Κώστα Αρζόγλου, Μηνά Χατζησάββα, Νίκο Σκυλοδήμο, Γιώργο Σαμπάνη, Δημήτρη Καμπερίδη και βέβαια τον ίδιο. Μπήκε δυναμικά, με άλλη ματιά στα πράγματα το «Ελεύθερο θέατρο», αναζητώντας αισθητική στη μορφή, άλλο νόημα στο περιεχόμενο, αλλαγή στις δομές και στον τρόπο παραγωγής του θεάματος, «βάζοντας ως στόχο την απόλυτη ομαδοποίηση». Την περίοδο της δικτατορίας, μπήκαν αμέσως στην καρδιά του κόσμου αλλά και στο μάτι της Ασφάλειας. Κάποιοι είχαν ήδη δοσοληψίες με την αστυνομία, καθώς είχαν επαναστατική δράση, όπως ο Κοτανίδης σε επαναστατικές οργανώσεις, στο ΕΚΚΕ…
Ο Γιώργος Κοτανίδης κατάφερε να συνδυάσει τα πάθη του: το θέατρο που αγάπησε πολύ και την πολιτική (φωτ. Νίκος Κοκκαλιάς).
Γνώρισε κυνηγητά, συλλήψεις και με τα γεγονότα του Πολυτεχνείου έμαθε καλά, όπως είχε πει σε συνέντευξή του στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ το 2011, τι σημαίνει 116 μέρες απομόνωση, αλλά και βασανιστήρια από τον Μπάμπαλη και τον Μάλλιο. Ομως, ήταν ήδη συνειδητοποιημένος από το 1963, όταν στην παραμονή των γενεθλίων για τα 18 του χρόνια, έγινε μάρτυρας της δολοφονίας Λαμπράκη στη Θεσσαλονίκη. «Ενα χαστούκι», έλεγε, ξύπνησε τη συνείδησή του. Αξιζαν τόσες θυσίες, παρότι διαψεύστηκε ό,τι πίστευε, ρώτησα εκείνο το βράδυ στο διαμέρισμα της οδού Αιγινήτου κι εκείνος απάντησε κατηγορηματικά:
«Έμαθα να βλέπω καλύτερα».
Ο Γιώργος Κοτανίδης κατάφερε να συνδυάσει τα πάθη του: το θέατρο που αγάπησε πολύ και την πολιτική επίσης. Και ήταν ευχαριστημένος που κατάφερε να κάνει θεατρικό έργο τις τελευταίες ώρες του Νίκου Ζαχαριάδη, με τίτλο «Ομπίντα» (κακοκάρδισμα στα ρωσικά, πίκρα). Μελέτησε πολύ γι’ αυτό, γνώρισε τον γιο του Ζαχαριάδη, τον Σήφη, πήγαν μαζί στη Σιβηρία, και το 2006 είχε έτοιμη την πρώτη εκδοχή. Ηταν, έλεγε για τον Ν. Ζαχαριάδη «θύμα πραγμάτων που ο ίδιος δόξασε».
Ο Γ. Κοτανίδης αισθανόταν «προδομένος» από την Αριστερά. Ελεγε πως «το πτώμα της μεταπολίτευσης πρέπει να ενταφιαστεί, γιατί μολύνει. Οποιος θεωρεί τον εαυτό του αριστερό πρέπει να αναρωτηθεί τι θα πει Αριστερά. Οποιος θεωρεί τον εαυτό του πατριώτη και Ελληνα πρέπει να αναρωτηθεί τι πρέπει να κάνουμε. Δεν μπορούμε να λέμε ότι όταν γίνει κομμουνισμός θα γίνουν όλα καλά και τώρα που είμαστε στον καπιταλισμό να τα γκρεμίσουμε όλα, γιατί αν είμαστε τώρα κακοί πολίτες θα είμαστε και τότε».
Αδυναμία του ήταν πάντα οι κόρες του Εύα και Αντιγόνη για τις οποίες καμάρωνε. Τελευταία του παράσταση ήταν το «Δείπνο» στο «Σύγχρονο θέατρο». Οσο για το χαμό του (74 ετών), «πήγε άδικα» έλεγαν, συγκινημένοι, όλοι στο θέατρο.
ΓΙΩΤΑ ΣΥΚΚΑ-kathimerini.gr