Uncategorized

Γιατί οι Ευρωπαίοι είναι διαλλακτικοί έναντι της Αθήνας

ΒΡΥΞΕΛΛΕΣ-ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΣΗ. Μία σειρά από εξελίξεις σε ευρωπαϊκό επίπεδο, και όχι μόνο η δημοσιονομική υπεραπόδοση από την ελληνική κυβέρνηση, βοήθησαν στο να ληφθεί η απόφαση της περασμένης Πέμπτης και να εγκριθεί η μη επιβολή των περικοπών των συντάξεων με έναν τρόπο που να μην προκαλέσει αντιδράσεις στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες.

«Εχουμε να προετοιμαστούμε για μία μάχη και όχι να ανοίξουμε άλλα δέκα μέτωπα», έλεγε χαρακτηριστικά Ευρωπαίος αξιωματούχος στην ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, τονίζοντας ότι η ιταλική κρίση, που σιγοβράζει, έπαιξε καθοριστικό ρόλο στο να μην ανοίξει ένα δεύτερο μέτωπο με την Αθήνα, κάτι που θα γινόταν αν δεν εγκρινόταν η μη περικοπή των συντάξεων.

Συγχρόνως, δεν είναι λίγοι αυτοί που υποστηρίζουν ότι η αβεβαιότητα στο Βερολίνο και η εξασθένηση της ισχύος της Α. Μέρκελ, ακόμα και πριν από την παραίτησή της από επικεφαλής του Κόμματος των Χριστιανοδημοκρατών, επέτρεψαν κάποια ασάφεια και χώρο για αυτονομία κινήσεων στην Αθήνα, κάτι που δεν είναι συνηθισμένο στη γερμανική πρωτεύουσα ειδικά σε θέματα ελληνική οικονομίας.

Επιπλέον, η κόπωση που υπάρχει στις Βρυξέλλες όσον αφορά την Ελλάδα και οποιαδήποτε νέα ελληνική κρίση αποτρέπουν την όποια αντιπαράθεση με την Αθήνα. «Κανένας δεν έχει διάθεση να ασχοληθεί με μία νέα ελληνική κρίση», έλεγε Ευρωπαίος αξιωματούχος θέλοντας να δικαιολογήσει τη διαλλακτικότητα με την οποία αντιμετώπισαν το αίτημα του Αλ. Τσίπρα Ε.Ε. και Βερολίνο.

Από τον Σεπτέμβριο η ελληνική πλευρά, με τον αναπληρωτή υπουργό Οικονομικών Γ. Χουλιαράκη κυρίως, αλλά και τον υπουργό Οικονομικών Ευκλ. Τσακαλώτο, είχε εκφράσει ξεκάθαρα την πρόθεσή της να μην εφαρμόσει τις περικοπές των συντάξεων, δεδομένου ότι οι δημοσιονομικοί στόχοι για πρωτογενές πλεόνασμα ύψους 3,5% του ΑΕΠ για το 2019 θα ήταν εφικτοί και χωρίς αυτές. Από την πρώτη συζήτηση για το θέμα στο περιθώριο του Eurogroup της Βιέννης έγινε ξεκάθαρο στην ελληνική πλευρά ότι, παρόλο που δεν έχει την πρόθεση να τηρήσει τα συμφωνηθέντα, αν το έκανε με έναν τρόπο σε συνεργασία με τους εταίρους και όχι μονομερώς, όπως συνήθιζε μέχρι τότε, κάτι θα μπορούσε να γίνει.

Και μπορεί τον Σεπτέμβριο να μην ήταν έτοιμοι οι εταίροι να συμφωνήσουν σε κάτι τέτοιο, ακόμα και ο ίδιος ο Ζ.-Κ. Γιούνκερ είχε δηλώσει τότε ότι «οι συμφωνίες είναι για να τηρούνται», όσο περνούσε ο καιρός και η Ρώμη ετοιμαζόταν για μετωπική σύγκρουση με τις Βρυξέλλες αυτό που ήταν ξεκάθαρο σε μία σειρά από πρωτεύουσες, ακόμα και στους «σκληρούς του Eurogroup» όπως Μπρατισλάβα και Ελσίνκι, ήταν πως το ελληνικό θέμα δεν έπρεπε να επανέλθει. Οι αγορές έπρεπε να λάβουν ως σήμα ότι μόνο με την Ιταλία θα υπάρξει πρόβλημα και ότι η Ελλάδα, παρότι εκτός προγράμματος, παραμένει εντός πλαισίου και πειθαρχημένη.

Γι’ αυτό δεν ήταν τυχαίο ότι και η απόφαση του Euroworking Group έγινε με έναν τρόπο πολύ διακριτικό, καθώς υπάρχει ανησυχία ότι αν δοθεί σε αυτή ιδιαίτερη έμφαση κινδυνεύει να αποτελέσει αντικείμενο δημόσιας συζήτησης σε κράτη-μέλη, όπως η Γερμανία, στα οποία, ως γνωστόν, υπάρχει ιδιαίτερη ευαισθησία στην τήρηση των συμφωνηθέντων. Και παρόλο που δεν υπάρχει κάποια κοινοβουλευτική διαδικασία στα κράτη- μέλη, καθώς δεν πρόκειται για έγκριση εκταμίευσης χρημάτων, η ανησυχία βρίσκεται στο να μην προκαλέσει οποιεσδήποτε αντιδράσεις μέχρι το Eurogroup στις 3 Δεκεμβρίου, όταν θα δοθεί και το τελικό πράσινο φως.

Ομως η Επιτροπή αναμένεται στην πρώτη έκθεση ενισχυμένης εποπτείας, που θα δημοσιεύσει την Τετάρτη, να κρούσει τον κώδωνα του κινδύνου για τις καθυστερήσεις και στις 16 μεταρρυθμίσεις που πρέπει να κάνει η Αθήνα για την εκταμίευση των κερδών των κεντρικών τραπεζών (ANFA’s και SNP’s). Το ποσό των 700 εκατ. ευρώ, που πρόκειται να εκταμιευθεί, μπορεί να καθυστερήσει αν η ελληνική κυβέρνηση δεν επιταχύνει την εφαρμογή των συμφωνηθέντων. Η απόφαση εκταμίευσης πρέπει να πάρει την έγκριση της γερμανικής Βουλής. Ετσι, τυχόν παρεκκλίσεις δεν θα περάσουν απαρατήρητες.

ΕΛΕΝΗ ΒΑΡΒΙΤΣΙΩΤΗ
ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ