ΚΟΣΜΟΣ

Γιατί η λίρα έχει χάσει το 1/4 της αξίας της;

Σχεδόν το ¼ της αξίας του έχει απολέσει από τις αρχές του 2020 το τουρκικό νόμισμα, το οποίο αποτελεί πλέον την «αχίλλειο πτέρνα» του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν.

Το «θαύμα» της τουρκικής ανάπτυξης, άλλωστε, το οποίο αποτελούσε για χρόνια το πολυδιαφημισμένο «χαρτί» του Τούρκου προέδρου, μοιάζει όνειρο… θερινής νυκτός, ενώ η αβεβαιότητα πλημμυρίζει τη γειτονική χώρα.

Την Πέμπτη, η αξία της τουρκικής λίρας βούλιαξε ακόμη και στις 7,9450 λίρες ανά δολάριο, μια «ανάσα» από το φράγμα των 8 λιρών ανά δολάριο. Την ίδια ώρα, αντίστοιχου εύρους απώλειες κατέγραψε και έναντι του ευρώ, διολισθαίνοντας στα επίπεδα των 9,3335 λιρών ανά ευρώ. Και στις δύο περιπτώσεις, πάντως, η λίρα βρίσκεται στο χαμηλότερο επίπεδο όλων των εποχών.

Πού αποδίδεται όμως, το νέο κύμα πιέσεων στο τουρκικό νόμισμα; Σύμφωνα με τους αναλυτές, αυτή τη φορά η κατάρρευση της λίρας δεν αποτελεί προϊόν νομισματικών αποφάσεων, όπως συνέβαινε καθ’ όλη τη διάρκεια των προηγούμενων μηνών. Αντίθετα, η καθίζηση οφείλεται στις γεωπολιτικές προκλήσεις.

Η προμήθεια των ρωσικών αντιαεροπορικών πυραύλων S-400 και οι απειλές των ΗΠΑ για την επιβολή κυρώσεων, η συνεχής παρουσία τουρκικών γεωτρύπανων στην ΑΟΖ της Κύπρου και η απειλή μέτρων εκ μέρους της Ε.Ε., η διαρκής ένταση με την Ελλάδα στο Αιγαίο, η στρατιωτική εμπλοκή στη Λιβύη, καθώς και η πρόσφατη συμμετοχή στη σύγκρουση του Ναγκόρνο Καραμπάχ, αποτελούν λίγες μόνο από τις εστίες αστάθειας της γειτονικής χώρας.

Η κρίση του 2018

Η ένταση με τις ΗΠΑ και οι απειλές περί κυρώσεων είχαν οδηγήσει σε αντίστοιχη νομισματική κρίση και κατά το πρόσφατο παρελθόν. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του 2018, όταν η απόφαση για την αγορά των ρωσικών S-400 είχαν οδηγήσει στα… άκρα τις σχέσεις Άγκυρας-Ουάσιγκτον. Δύο χρόνια αργότερα, όμως, το συγκεκριμένο μέτωπο παραμένει ανοιχτό.

«Είμαστε βαθύτατα ανήσυχοι για τις αναφορές, οι οποίες φέρουν την Τουρκία να συνεχίζει τις προσπάθειες επιχειρησιακής λειτουργίας των S-400. Το ζήτημα αυτό παραμένει σημαντικό εμπόδιο στις διμερείς σχέσεις, διατηρώντας τον κίνδυνο πιθανών κυρώσεων» προειδοποίησε προσφάτως το υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ.

Ωστόσο, πέραν των γεωπολιτικών προκλήσεων, η γειτονική χώρα καλείται να αντιμετωπίσει και τα προβλήματα που συνοδεύουν την πανδημία του κορωνοϊού. Η καθήλωση της τουριστικής αγοράς, βασικής πηγής ξένου συναλλάγματος, έχει περιορίσει σε σημαντικό βαθμό τα δημόσια έσοδα, ενώ έχει εκτινάξει το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών. Σαν να μην έφθανε αυτό, η οικονομία φλερτάρει με την ύφεση, ο πληθωρισμός «τρέχει» με διψήφιους αριθμούς και η ανεργία μεγεθύνεται.

Οι προβληματικοί θεσμοί

Κανείς δεν πρέπει να λησμονήσει, όμως, και τα εγγενή προβλήματα της τουρκικής οικονομίας, τα οποία έχουν γεννήσει πάγιες και χρονίζουσες στρεβλώσεις. Είναι από τα βασικότερα όλων, είναι το ζήτημα των θεσμών και της ανεξαρτησίας τους, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα αυτό της κεντρικής τράπεζας.

Για αρκετούς μήνες, οι κεντρικοί τραπεζίτες φέρεται να δέχονταν πιέσεις από την τουρκική ηγεσία, προκειμένου να μην προχωρήσουν στη λήψη συμβατικών μέτρων για την αντιμετώπιση του καλπάζοντος πληθωρισμού και της κατάρρευσης της λίρας, όπως για παράδειγμα η αύξηση του βασικού επιτοκίου. Κι αυτό, διότι ο πρόεδρος Ερντογάν θεωρούσε ότι η αναθεώρηση της επιτοκιακής πολιτικής θα έπληττε τις προοπτικές της ανάπτυξης.

Όταν τελικά, η κεντρική τράπεζα αποφάσισε να αναλάβει δράση, ήταν ήδη πολύ αργά. Η αύξηση του επιτοκίου κατά 2 μονάδες βάσεις, από 8,25% στο 10,25%, στα τέλη Σεπτεμβρίου, αποδείχθηκε εκ του αποτελέσματος ανεπαρκής, καθώς δεν κατάφερε να βάλει «φρένο» στην πτώση του νομίσματος και στο ράλι του πληθωρισμού.

Την ίδια ώρα, ολοένα και περισσότεροι Τούρκοι πολίτες και τουρκικές επιχειρήσεις σπεύδουν να ρευστοποιήσουν τα περιουσιακά τους στοιχεία, προκειμένου να στραφούν στην αγορά… χρυσού, καθώς το πολύτιμο μέταλλο αποτελεί σταθερό εχέγγυο σε περιόδους κρίσης και αστάθειας.

Γεράσιμος Χιόνης – kathimerini.gr