Γιάννης Φέρτης: Το αποτύπωμα ενός σπουδαίου
Ο ηθοποιός Γιάννης Φέρτης διέγραψε μια μεγάλη πορεία στο θέατρο και τον κινηματογράφο
Γεννήθηκε το 1938. Το πατρικό του ήταν ένα διώροφο νεοκλασικό στους πρόποδες του Λυκαβηττού, πάνω από την οδό Ασκληπιού. Η οικογένειά του ήταν μεγάλη: γονείς, θείοι, θείες, παιδιά – δεκατέσσερα άτομα συμβίωναν σ’ εκείνο το σπίτι. Ο πατέρας του και τα τέσσερα αδέλφια του ήρθαν στην Αθήνα από τη Δάφνη, ένα ορεινό χωριό του νομού Φθιώτιδας. Εργάστηκαν ως υπάλληλοι, μάζεψαν χρήματα και κάποια στιγμή άνοιξαν το δικό τους κρεοπωλείο στη Βαρβάκειο Αγορά.
Ως παιδί εκεί εργαζόταν ο Γιάννης Φέρτης, ο οποίος έφυγε από τη ζωή την Κυριακή σε ηλικία 86 ετών. Για να μπορέσει να συνδυάσει τη δουλειά και τα γράμματα, ο Φέρτης φοιτούσε σε νυχτερινό σχολείο. Και πιθανότατα θα ήταν μονόδρομος να μπει κι εκείνος στην οικογενειακή επιχείρηση αν ο μεγαλύτερος αδελφός του δεν τον είχε πάρει μαζί του ένα βράδυ σε μια παράσταση στο θέατρο Κοτοπούλη, το σημερινό REX. Είδαν μια γαλλική κωμωδία στην οποία πρωταγωνιστούσαν η Αννα Συνοδινού και ο Ντίνος Ηλιόπουλος, και ο δεκατετράχρονος τότε Γιάννης μαγεύτηκε. Από τότε δεν έχανε παράσταση, κυρίως του Εθνικού Θεάτρου και του Θεάτρου Τέχνης. «Και δεν πήγαινα απλώς να τις δω. Προετοιμαζόμουν εβδομάδες πριν. Επεφτα να κοιμηθώ και σκεφτόμουν αυτό που θα έβλεπα. Εκοβα από τις εφημερίδες κριτικές και τις κολλούσα σε ένα μεγάλο λεύκωμα. Ε, στα δεκαέξι μου είχα πλέον αποφασίσει ότι θα γινόμουν ηθοποιός. Αγόραζα βιβλία με θεατρικά έργα, είχα δει τον Μινωτή στον “Αμλετ”, ανέβαινα στον Λυκαβηττό τα μεσημέρια, που δεν είχε πολύ κόσμο, και απήγγελλα μονολόγους μέσα στα πεύκα. “Να ζει κανείς ή να μη ζει;” και τέτοια», έλεγε πριν από μερικά χρόνια σε συνέντευξή του στην «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ».
Εθνικό Θέατρο
Εδωσε εξετάσεις στη δραματική σχολή του Εθνικού Θεάτρου με έναν μονόλογο από τον «Αμλετ» και ένα ποίημα του Καβάφη. Πέρασε. Και την πρώτη ημέρα των μαθημάτων μπήκαν στην αίθουσα ο Κάρολος Κουν και ο Κώστας Μπάκας, που δίδασκε υποκριτική. Ρώτησαν ποιος είχε εξεταστεί με Αμλετ. Ο Γιάννης Φέρτης σήκωσε δειλά το χέρι του. Τον επαίνεσαν για την απόδοσή του. Και κάπως έτσι, την επόμενη χρονιά, το 1959, σε ηλικία 21 ετών, συμμετείχε στην πρώτη παράσταση του Θεάτρου Τέχνης: στην «Ηλικία της νύχτας» του Ιάκωβου Καμπανέλλη. «Ο Κουν είχε κάτι μαγικό. Σε έναν θίασο όπου υπήρχαν κάποιοι εξαιρετικοί ηθοποιοί, αρκετοί καλοί και μέτριοι, αλλά και μερικοί κακοί, έκανε τη σύνθεση της παράστασης με τέτοιο τρόπο που το αποτέλεσμα ήταν εντυπωσιακό. Εβλεπες τους κακούς ηθοποιούς, αλλά δεν έμενες σ’ αυτό… Και, φυσικά, μου έμαθε να είμαι αφοσιωμένος στο θέατρο», επισήμανε στην ίδια συνέντευξη.
Κι έπειτα μπήκε στη ζωή του ο κινηματογράφος: ο Γιάννης Δαλιανίδης του πρότεινε να πρωταγωνιστήσει στον «Κατήφορο». «Ο Φίνος θέλει τον Κούρκουλο, αλλά εγώ πιστεύω ότι σ’ εσένα ταιριάζει περισσότερο ο ρόλος», του είπε. Αρνήθηκε γιατί δεν ήθελε να αφήσει ξεκρέμαστους τους άλλους ηθοποιούς στην παράσταση στην οποία συμμετείχε εκείνη την περίοδο. «Οχι, δεν είχα τρέλα με το σινεμά, όπως με το θέατρο. Στα χρόνια που ακολούθησαν, βέβαια, έκανα κάμποσες ταινίες. Μερικών τα σενάρια δεν τα διάβαζα καν πριν απαντήσω στον σκηνοθέτη ή στον παραγωγό. Γιατί; Επειδή ήξερα πως, αν τα διάβαζα, σίγουρα θα αρνιόμουν. Αλλά είχα ανάγκη τα χρήματα». Ηταν ήδη παντρεμένος με την Ξένια Καλογεροπούλου από το 1964, το 1967 είχαν φτιάξει τον δικό τους θίασο και ήθελε να στηρίξει το θεατρικό τους εγχείρημα. «Στις επιτυχίες έβγαζα κάποια χρήματα. Στις αποτυχίες έχανα τα διπλά. Αλλά χάρη στην τηλεόραση και στον κινηματογράφο κατάφερα να μη χρωστάω σε κανέναν».
Οσοι συνεργάστηκαν μαζί του –στη σκηνή, στον κινηματογράφο ή στην τηλεόραση, όπου επίσης έκανε τεράστιες επιτυχίες– μνημονεύουν εκτός από το τεράστιο ταλέντο του την ταπεινότητά του. «Πρίγκιπα του θεάτρου» τον έχει αποκαλέσει ο Δημήτρης Πιατάς σε συνέντευξή του στην «Κ» πριν από μερικά χρόνια, με αφορμή τη συνεργασία τους στους «Ηρωες» του Τζέραλντ Σιμπλέιρας. Δίπλα στην Ξένια Καλογεροπούλου και στον Γιάννη Φέρτη είχε κάνει το ντεμπούτο του. «Ημουν ένα παιδί με τεράστια γουρλωτά μάτια που μόλις είχε απολυθεί από τον στρατό, άβγαλτο και τρομαγμένο, σε έναν χώρο μαγικό. Και βρήκα μια αντιμετώπιση υπέροχη, την οποία δεν τολμούσα καν να ονειρευτώ!».
Ποδόσφαιρο και έρωτας
Ο Γιάννης Φέρτης λάτρευε το θέατρο, ζούσε για το θέατρο, αλλά υπήρχαν και εποχές που άφηνε να τον παρασύρουν άλλα πράγματα, τα οποία επίσης απολάμβανε, όπως έλεγε. «Και στο γήπεδο πήγαινα να δω την ομάδα μου, τον Παναθηναϊκό, και χαρτιά έπαιζα με φίλους, και τους έρωτές μου τους ζούσα». Πρώτη σύζυγός του υπήρξε η Ξένια Καλογεροπούλου. Παρά τον επώδυνο χωρισμό τους, οι σχέσεις τους αποκαταστάθηκαν και έμειναν φίλοι έως το τέλος. «Ο χρόνος αλλάζει τη σχέση μας με τα πράγματα. Τα τραύματα δεν πονάνε πια όπως στην αρχή. Ο Γιάννης μου τηλεφώνησε όταν κυκλοφόρησε το βιβλίο μου “Γράμματα στον Κωστή” για να μου πει πόσο άρεσε στον ίδιο και στη Μαρίνα», είχε αποκαλύψει η κ. Καλογεροπούλου στην «Κ».
Ακολούθησε ένας μεγάλος έρωτας με την Τάνια Τσανακλίδου («Αντίο, αγαπημένε μου φίλε. Ησουν ο πιο έντιμος και υπέροχος άντρας που γνώρισα στη ζωή μου», τον αποχαιρέτισε με ανάρτησή της στο Facebook) και ένας δεύτερος γάμος με τη Μιμή Ντενίση, ενώ τρίτη σύζυγός του, έως τον θάνατό του, ήταν η Μαρίνα Ψάλτη χάρη στην οποία ανακάλυψε έναν καινούργιο συναρπαστικό κόσμο: τις γάτες. «Η Μαρίνα λατρεύει τις γάτες, αλλά εγώ αντιστεκόμουν σθεναρά επί χρόνια. Τώρα όχι μόνο δεν μπορώ χωρίς τις γάτες μας, αλλά αισθάνομαι και τύψεις για όλα τα αδέσποτα του κόσμου που υποφέρουν…». Η κηδεία του Γιάννη Φέρτη θα γίνει σήμερα στο Α΄ Νεκροταφείο.
Τασούλα Επτακοίλη – kathimerini.gr