Βρετανία: Το ένοχο παρελθόν της δουλείας και το ένοχο παρόν του ρατσισμού
Στο προσκήνιο βρίσκεται ο τρόπος που αντιμετωπίζει η Βρετανία τη σχέση που είχε στον παρελθόν με τον θεσμό της δουλείας, ενώ η πανδημία του κοροναϊού φέρνει στο φως τον ρατσιστικό τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζονται οι μη λευκές νοσηλεύτριες του βρετανικού Εθνικού Συστήματος Υγείας.
Η δολοφονία του αφροαμερικανού Τζόρτζ Φλόιντ, από λευκό αστυνομικό, έφερε δυναμικά στο προσκήνιο των ΗΠΑ το ζήτημα των φυλετικών διακρίσεων. Η δημόσια συζήτηση δεν θα μπορούσε να μην επεκταθεί στον συστημικό ρατσισμό και φυσικά στη βαθιά ρίζα του κακού: τη δουλεία.
Οι διαδηλώσεις που ακολούθησαν απ’ άκρη σ’ άκρη των Ηνωμένων Πολιτειών «γέννησαν» αντίστοιχες διαμαρτυρίες και σε άλλα κράτη του κόσμου, ανάμεσά τους και τη Βρετανία.
Οι βρετανοί αντιρατσιστές διαδηλωτές, όπως και οι αμερικανοί «συνοδοιπόροι» τους, έστρεψαν τα βέλη τους και κατά αγαλμάτων ιστορικών προσωπικοτήτων που κατά την άλλες φορές ορθή και άλλες λανθασμένη άποψή των διαδηλωτών, είχαν ενεργά υποστηρίξει τον θεσμό της δουλείας.
Γεγονός πάντως είναι ότι άνοιξε για τη Βρετανία και πάλι το ακανθώδες ζήτημα της σχέσης της ως έθνος με τον θεσμό της δουλείας και η αλήθεια είναι ότι το κέρδος που αποκόμισε από τον απάνθρωπο αυτό θεσμό είναι υπερπολλαπλάσιο των πράξεων της, ιστορικά, για να εκφράσει τη μεταμέλειά της.
Το ότι τα εθνικά αρχεία του βρετανικού κράτους δίνουν πλήρη στοιχεία για το δουλεμπόριο, που διεξήχθη από τον 16ο ως τον 19ο αιώνα, δείχνει την απουσία πρόθεσης συγκάλυψης των απάνθρωπων πρακτικών που ενστερνίστηκε το βρετανικό κράτος εις βάρος εκατομμυρίων ανθρώπων.
Γιατί όμως η Βρετανία δεν έχει ποτέ απολογηθεί επισήμως για διενέργεια διατλαντικού δουλεμπορίου;
Το ερώτημα αυτό έθεσε η συγγραφέας και δημοσιογράφος Άφουα Χιρς σε υπουργό βρετανικής κυβέρνησης. Η απάντησή του, όπως αναφέρει η Χιρς στον Guardian, ήταν ότι ο βασικός λόγος που η Βρετανία δεν μπορεί να ζητήσει συγγνώμη για τη δουλεία είναι ότι η συγγνώμη αυτή θα λάμβανε νομικές προεκτάσεις.
Η Βρετανία δηλαδή σιωπά απέναντι στη δουλεία επειδή φοβάται ότι μπορεί να υποχρεωθεί σε αποζημιώσεις. Το παράδοξο βέβαια είναι ότι εν έτει 1833, χιλιάδες ιδιοκτήτες δούλων και δουλέμποροι έλαβαν υπέρογκες αποζημιώσεις για την οικονομική βλάβη που τους προκαλούσε η κατάργηση της δουλείας.
Έχουν δηλαδή αποζημιωθεί οι υπαίτιοι του θεσμού αυτού αλλά όχι τα θύματά του.
Το διατλαντικό δουλεμπόριο
Το διατλαντικό δουλεμπόριο ήταν ουσιαστικά μια τριγωνική διαδρομή από την Ευρώπη στην Αφρική, από εκεί στην Αμερική και από εκεί πίσω στην Ευρώπη. Στα ταξίδια προς την Αφρική, οι ευρωπαίοι έμποροι μετέφεραν εμπορεύματα παίρνοντας ως αντάλαγμα αφρικανούς δούλους, χρυσό, ελεφαντόδοτο και μπαχαρικά.
Στη συνέχεια τα πλοία των δουλεμπόρων έφταναν στις αποικίες της Αμερικής, όπου πουλούσαν τους σκλάβους με αντάλλαγμα ζάχαρη, καπνό, βαμβάκι και άλλα προϊόντα. Οι Αφρικανοί αγοράζονταν εκεί για να δουλέψουν σε φυτείες και σε κατοικίες κι έτσι παράγονταν τα προϊόντα που πωλούνταν στην Ευρώπη. Ταυτόχρονα ανεξάρτητα δουλεμπορικά ταξίδια και συναλλαγές υπήρχαν απευθείας, μεταξύ Ευρώπης – Αφρικής, Ευρώπης – Αμερικής και Αμερικής – Αφρικής.
Σύμφωνα με τον ιστορικό Τζον Κ. Θόρντον, οι Ευρωπαίοι συνήθως πουλούσαν ανθρώπους που είχαν αιχμαλωτιστεί κατά τη διάρκεια εσωτερικών συρράξεων μεταξύ αφρικανικών πληθυσμών και κρατών, καθώς υπήρχαν αφρικανοί που ασκούσαν αυτή ακριβώς τη δραστηριότητα.
Η Βρετανία ήταν μία από τις πιο επιτυχημένες χώρες στο δουλεμπόριο. Μαζί με την Πορτογαλία είχαν φτάσει να μεταφέρουν το 70% των αφρικανών δούλων που έφταναν στην Αμερική και υπήρξε η πιο ισχυρή δουλεμπορική δύναμη μεταξύ του 1640 και 1807 και υπολογίζεται ότι στις βρετανικές αποικίες, στην Καραϊβική, τη Νότια και Βόρεια Αμερική και σε άλλες χώρες μετέφερε συνολικά 3,1 εκατομμύρια Αφρικανούς, από τους οποίους 400.000 έχασαν τη ζωή τους πριν φτάσουν στη στεριά.
Η κατάργηση της δουλείας στη Βρετανία
Βρετανοί υποστηρικτές της κατάργησης της δουλείας συντόνισαν τις ενέργειές τους στα τέλη του 18ου αιώνα και ύστερα από είκοσι χρόνια, στις 25 Μαρτίου του 1807, κατάφεραν την ψήφιση του νόμου Κατάργησης του Δουλεμπορίου (Abolition of the Slave Trade Act).
Με τον νόμο αυτό, από την 1η Μαΐου 1807 κάθε είδος αγοράς, πώλησης, ανταλλαγής και μεταφοράς σκλάβων ή ανθρώπων με σκοπό να πουληθούν, να ανταλλαχθούν, να χρησιμοποιηθούν ή να αντιμετωπιστούν ως σκλάβοι σε ή από οποιαδήποτε ακτή ή χώρα της Αφρικής, καταργείται, απαγορεύεται και ανακηρύσσεται ως παράνομη».
Η δουλεία καταργήθηκε τελικά το 1834 αλλά στην πραγματικότητα πολλοί από αυτούς που είχαν σκλαβωθεί ζούσαν υπό καθεστώς δουλείας τουλάχιστον ως το 1838. Οι συνέπειές της πάντως συνεχίζουν να είναι ενεργές μέχρι και σήμερα.
Οι Βρετανικές Δυτικές Ινδίες αποτελούν ένα τραγικό παράδειγμα.
Οι Βρετανικές Δυτικές Ινδίες
Ο λαός της Καραϊβικής ήταν αυτός που σήκωσε τεράστιο βάρος και που ως σκλάβος της Βρετανίας τής έδωσε τη δυνατότητα να εκμοντερνίσει την οικονομία της. Η συστημική φτώχια που συνεχίζει να υπάρχει στην Καραϊβική σήμερα συνδέεται άμεσα με την εποχή της δουλείας και της αποικιοκρατίας στο τέλος της οποίας, το 1962, η Βρετανία αποχώρησε αφήνοντας το 60% του μαύρου πληθυσμού αναλφάβητο.
Μάλιστα οι Βρετανοί υπολόγιζαν τόσο στη δουλική – αποικιοκρατική «συνεισφορά» των Δυτικών Ινδιών που κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου προσπάθησαν να εμποδίσουν την εγκατάσταση εκεί αφροαμερικανών στρατιωτών υπό τον φόβο ότι οι αμερικανοί θα «ξυπνούσαν» τους ντόπιους και θα τους έκαναν να διεκδικήσουν τα δικαιώματά τους που για τόσους αιώνες στερούνταν.
Ο ρατσισμός στη σημερινή Βρετανία
Δουλεία σήμερα στη Βρετανία δεν υπάρχει. Είναι όμως αυτό αρκετό;
Την απάντηση δίνει η αφρικανικής καταγωγής νοσηλεύτρια Έφε Ομπιακόρ που συμμετείχε στις αντιρατσιστικές διαδηλώσεις του κινήματος Black Lives Matter (Οι ζωές των μαύρων μετράνε) στο Λονδίνο.
«Ως μαύρη νοσοκόμα, είναι πολύ σημαντικό για εμένα να συμμετέχω [σε αντιρατσιστικές διαδηλώσεις] γιατί στο σύστημα στο οποίο εργάζομαι, και συνολικά στο ΝHS (Eθνικό Σύστημα Υγείας) υπάρχει ρατσισμός» δηλώνει στο CNN η Ομπιακόρ προσθέτοντας ότι στα 12 χρόνια που εργάζεται ως νοσηλεύτρια έχει πολύ συχνά βιώσει περιστατικά φυλετικής διάκρισης.
«Δεν έχω φωνή. Κανείς δεν με ακούει. Μπορεί να ουρλιάζω, ξέρουν ότι ουρλιάζω αλλά δεν κάνουν τίποτα. Έτσι νιώθεις αν είσαι μαύρη νοσοκόμα» λέει η Ομπιακόρ.
Δώδεκα νοσηλεύτριες που εργάζονται σε διαφορετικές πόλεις της Βρετανίας και έχουν διαφορετική εργασιακή εμπειρία, δήλωσαν σε σχετική έρευνα ότι έχουν βιώσει ρατσισμό στον χώρο εργασίας τους, σημειώνοντας ότι τα ρατσιστικά περιστατικά αυξήθηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας του κοροναϊού.
Συγκεκριμένα κατήγγειλαν ότι οι μαύρες νοσοκόμες συστηματικά αφήνονταν περισσότερο εκτεθειμένες απέναντι στον ιό, καθώς τις πίεζαν να αναλαμβάνουν περιστατικά χωρίς να έχουν επαρκή προστατευτικό εξοπλισμό.
«Είμαστε οι απρόσωποι άνθρωποι στο βάθος. Οι ικανότητές μας δεν μας φέρνουν ποτέ στα υψηλότερα κλιμάκια» δηλώνει η Κάρολ Κούπερ, διευθύντρια της ομάδας δράσης του NHS για την Ισότητα, την Πολυμορφία και τα Ανθρώπινα Δικαιώματα.
Σύμφωνα με έρευνα του NHS για το 2019, το 1/5 όλων των νοσηλευτών και νοσηλευτριών στη Βρετανία είναι μαύροι όμως το 95% των επικεφαλής νοσηλευτών είναι λευκοί.
Πόσο έτοιμοι είμαστε έτοιμοι να αποδεχθούμε ότι η δουλεία ήταν ένας σημαντικός παράγοντας ανάπτυξης όχι μόνο της βρετανικής αλλά ολόκληρης της δυτικής οικονομίας και ως εκ τούτου του δυτικού πολιτισμού και πως ο ρατσισμός κρύβεται και στις πιο μικρές λεπτομέρειες της σημερινής καθημερινής μας ζωής;
Το θέμα της δουλείας και του ρατσισμού στη Βρετανία είναι πλέον ορθάνοιχτο, αλλά δεν αφορά μόνο αυτή, αφορά ολόκληρο τον δυτικό κόσμο που πλέον δύσκολα μπορεί να κρυφτεί πίσω από το δάχτυλό του.