Αναζητούν φυγή και από τον δυνάστη σύζυγο
«Δεν περίμενα ποτέ να ζήσω τέτοια ευτυχία, να μπορώ να περπατώ ελεύθερη στον δρόμο, να μη δέχομαι πίεση από καμία πλευρά». Είναι απομεσήμερο Παρασκευής και η Μουνίρα από το Αφγανιστάν, χέρι χέρι με την 8χρονη κόρη της, ανηφορίζει χαμογελαστή τη Φωκίωνος Νέργη. Η 26χρονη κατόρθωσε –κυριολεκτικά– στην Ελλάδα να χωρίσει από τον σύζυγο και ξάδελφό της, στον οποίο «την είχαν δώσει» οι γονείς της πριν από δέκα χρόνια.
Την επιθυμία και τη βαθιά ανάγκη για μια πραγματικά νέα ζωή εκφράζουν όλο και περισσότερες γυναίκες πρόσφυγες. Οι εργαζόμενοι στους καταυλισμούς συχνά καλούνται να διαχειριστούν περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας και να χωρίσουν τα ανδρόγυνα σε διαφορετικά κοντέινερ για λόγους ασφάλειας της γυναίκας…
Το φαινόμενο είχε παρατηρηθεί από την έναρξη των προσφυγικών ρευμάτων. «Πολλές γυναίκες αναγκάστηκαν να κάνουν μόνες, και συχνά έχοντας υπό την ευθύνη τους τα παιδιά τους, ένα πολύ ριψοκίνδυνο ταξίδι, ενώ πολλές έως τότε δεν είχαν ξεμυτίσει από το χωριό τους», περιγράφει άνθρωπος με βαθιά γνώση, και «όσες κατάφεραν να φθάσουν αλώβητες στην Ελλάδα είχαν αποκτήσει πίστη στον εαυτό τους και επίγνωση ότι μπορούν να τα καταφέρουν και χωρίς τον σύζυγο – ακόμα και σε ακραία δύσκολες καταστάσεις». Αυτή η βίαιη ενδυνάμωση σε συνδυασμό με την ισχύουσα νομοθεσία και τη δυτική νοοτροπία ωθούν πολλές γυναίκες να ζητήσουν προστασία από έναν σύζυγο-δυνάστη ή ακόμα και να διακόψουν ένα γάμο, στον οποίο συναίνεσαν άλλοι γι’ αυτές.
Μάταιες προσπάθειες
«Αρκετές γυναίκες, που έχουν απευθυνθεί σε εμάς, είχαν κάνει προσπάθειες να απομακρυνθούν από τον κακοποιητή σύντροφο και όσο έμεναν στη χώρα καταγωγής, χωρίς αποτέλεσμα», σχολιάζει στην «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ» η κ. Γεωργία Χατζηιωαννίδου, υπεύθυνη διαχείρισης περιστατικών έμφυλης βίας στη «Διοτίμα», η οποία εφαρμόζει το πρόγραμμα «Παρέμβαση κατά της έμφυλης βίας στις αστικές περιοχές», που με την υποστήριξη της Ύπατης Αρμοστείας λειτουργεί μεταξύ άλλων στη Λέσβο και τη Χίο, την Κω και τη Λέρο, εξυπηρετώντας έτσι και προσφυγικό πληθυσμό. «Η σκέψη και η επιθυμία υπάρχουν, σίγουρα η ελληνική νομοθεσία από τη μία αλλά και η πλαισίωση και προστασία από την άλλη ενισχύουν την απόφαση». Στο διάστημα από τον Ιανουάριο έως τον Ιούλιο του 2022 το πρόγραμμα της «Διοτίμα» ανέλαβε περιστατικά έμφυλης βίας, στα οποία τα θύματα μιλούσαν αγγλικά, γαλλικά, αραβικά και φαρσί, γλώσσες για τις οποίες είχαν διερμηνέα. «Ένα μεγάλο, επομένως, ποσοστό έχει χώρα καταγωγής το Αφγανιστάν, το Ιράν, τη Λ.Δ. του Κονγκό, το Καμερούν, και ακολουθούν άλλες χώρες, όπως Ιράκ, Αλγερία κ.ά.». Το ηλικιακό εύρος είναι 17-50 ετών, στην πλειονότητα όμως ήταν 20 έως 40 ετών.
«Η έκδοση του διαζυγίου είναι σχεδόν ακατόρθωτη, αν δεν έχουν μαζί τους κάποιο έγγραφο, όπου ο γάμος να είναι καταγεγραμμένος, όπως π.χ. ένα πιστοποιητικό οικογενειακής κατάστασης», εξηγεί στην «Κ» η κ. Χριστιάνα Κύρκου, υπεύθυνη στο δίκτυο «Μέλισσα». «Αν το ανδρόγυνο έρθει χωριστά στην Ελλάδα καταγράφεται στις υπηρεσίες πρώτης υποδοχής χώρια, οπότε υπό μία έννοια δεν χρειάζονται διαζύγιο για να κινούνται αυτόνομα σε ελληνικό έδαφος». Το ζητούμενο, ωστόσο, είναι με ποιον έρχονται τα παιδιά και ως τέκνα ποιου καταγράφονται… «Μπορεί η κάθε πλευρά να διεκδικήσει την πιστοποίηση της συγγένειας μέσω τεστ DNA, το οποίο ωστόσο ως κόστος δεν καλύπτεται». Στις χώρες καταγωγής τους είθισται η επιμέλεια να δίνεται στον πατέρα ή στην οικογένειά του, ένας άγραφος νόμος που δεν μπορεί να στοιχειοθετηθεί αλλού.
Οπως διευκρινίζει η κ. Κύρκου, η αίτηση διαζυγίου έχει νόημα μόνο για όσες γυναίκες αναγνωριστούν ως πρόσφυγες και δικαιούνται νομική εκπροσώπηση. «Οι κινήσεις στις οποίες προβαίνουν κατά κανόνα οι υπόλοιπες είναι η καταγγελία και η κατάθεση ασφαλιστικών μέτρων, προκειμένου να προστατεύσουν τη ζωή τους». Ετσι προχωρούν η απομάκρυνση του θύματος και των παιδιών από τον κακοποιητή και η αναζήτηση ενός ασφαλούς καταλύματος. Εξυπακούεται ότι στη διάρκεια της καραντίνας τα περιστατικά έμφυλης βίας μέσα στους καταυλισμούς αυξήθηκαν 100%.
«Εξίσου ζωτικό είναι να διαχωριστεί το cash assistance (σ.σ. η κάρτα μέσω της οποίας λαμβάνουν ένα μηνιαίο οικονομικό βοήθημα, το οποίο διακόπτεται όταν τους δοθεί το προσφυγικό στάτους), το οποίο στην Ελλάδα εκδίδεται στο όνομα του συζύγου», υπογραμμίζει η κ. Κύρκου. «Πάντως, οι ίδιες προτιμούν να έχουν ένα επίσημο διαζευκτήριο στα χέρια τους, για ψυχολογικούς και πολιτισμικούς λόγους, για να είναι δηλαδή σε θέση να κάνουν μελλοντικά έναν δεύτερο γάμο με ομοεθνή τους», επισημαίνει. «Παραμένει, όμως, ένα πολύπλοκο εγχείρημα».
«Για τις περισσότερες γυναίκες από τη Μέση Ανατολή υπάρχει ένα ηλικιακό ορόσημο, βαθιά καταγεγραμμένο μέσα τους – αυτό των 30 ετών», παρατηρεί η ψυχοθεραπεύτρια κ. Θάλεια Πορτοκάλογλου. «Αν έχουν περάσει τα 30 αδυνατούν να διανοηθούν μια τόσο ριζική αλλαγή στη ζωή τους, παραιτούνται, νιώθουν ότι τα χρόνια πέρασαν». Επιπλέον, καθώς η πλειονότητα έχει τεκνοποιήσει πριν από τα 18, «έχουν παιδιά στην εφηβεία, με άποψη, την οποία λαμβάνουν σοβαρά υπόψη, ειδικά όταν πρόκειται για γιους».
Στο δίκτυο «Μέλισσα», που λειτουργεί ως κέντρο ημέρας, οι γυναίκες πρόσφυγες έρχονται για να συμμετάσχουν σε μια πληθώρα δραστηριοτήτων – εκπαιδευτικών, καλλιτεχνικών, ανάπτυξης δεξιοτήτων κ.ά. «Δημιουργείται ένα κλίμα ασφάλειας και οικειότητας, μέσα στο οποίο συν τω χρόνω μπορεί να μιλήσουν σε κάποιον, π.χ. στη δασκάλα των ελληνικών, για τα κακώς κείμενα του γάμου τους», περιγράφει η κ. Ναντίνα Χριστοπούλου, ανθρωπολόγος και συνιδρύτρια της «Μέλισσας». «Δεν διαθέτουμε ένα πρόγραμμα καθαυτό για την έμφυλη βία, προσεγγίζουμε ολιστικά τις γυναίκες, με στόχο την ενδυνάμωση». Κατ’ αυτόν τον τρόπο, βέβαια, είναι εφικτή και η τακτική προσέλευση γυναικών, που λογοδοτούν καθημερινά για τις κινήσεις τους. Δεδομένης, πάντως, της έκτασης του προβλήματος, η «Μέλισσα» ενίσχυσε το πρόγραμμα ατομικής ψυχοθεραπείας.
Βία κατά των παιδιών
«Σε πάνω από το 90% των γυναικών με τις οποίες κάνω συνεδρίες αναδύεται το αίτημα για απομάκρυνση από τον σύζυγο, ως ανάγκη, ακόμα και αν αυτό εντοπίζεται σε φαντασιακό επίπεδο», σημειώνει η κ. Πορτοκάλογλου. Σχεδόν σε όλες τις περιπτώσεις αιχμή του δόρατος είναι η βία, κάθε μορφής, που ασκείται στις γυναίκες. «Φυσικά, με όσες έχουμε την πολυτέλεια του χρόνου, η θεραπεία μάς οδηγεί στους γονείς, καθώς ο σύζυγος κατά κανόνα αποτελεί μια αντανάκλαση της πατρικής οικογένειας, όπου επικρατούσαν η βία και η μη κατανόηση». Η παρουσία, δε, πεθερών ή γονέων στην Ελλάδα δυσχεραίνει ακόμα περισσότερο την προσπάθεια της γυναίκας για απελευθέρωση. «Προσπαθούν με νύχια και με δόντια να συντηρήσουν αυτούς τους γάμους, ακόμα και αν βρίσκονται μακριά, πιέζουν μέσω της καθημερινής επικοινωνίας, απειλούν». Αλλωστε, οι γυναίκες προκειμένου να χωρίσουν καλούνται να στερηθούν οτιδήποτε τούς ήταν έως τότε οικείο – να διακόψουν τη σχέση με την πατρική τους οικογένεια, να αποκοπούν από την κοινότητα κ.ά. Η πιθανή απόφασή τους τελικά να παραμείνουν μέσα σε έναν καταπιεστικό γάμο ανατρέπεται όταν ο σύζυγος στρέφεται με βία ενάντια στα παιδιά τους. «Αυτό αποτελεί το κόκκινο πανί», επιβεβαιώνει και η κ. Κύρκου.
«Η αίσθηση των δικαιωμάτων που απολαμβάνει μια γυναίκα στην Ευρώπη είναι μεθυστική για τις ίδιες», παρατηρεί η κ. Πορτοκάλογλου, «ωστόσο όσες παίρνουν παρορμητικά την απόφαση συχνά εξαναγκάζονται να επιστρέψουν στους συζύγους». Κοινός στόχος, επομένως, είναι «να τους δώσουμε χώρο και χρόνο να ανακαλύψουν τα δικά τους θέλω, καθώς έχουν ζήσει εγκλωβισμένες στα κοινωνικά πρέπει και δεν είχαν το περιθώριο να αναπτύξουν τη δική τους ταυτότητα».
Στην πλειονότητά τους οι εν λόγω γυναίκες έχουν ξεκινήσει ακουσίως έναν έγγαμο βίο ως ανήλικες, έχουν ζήσει χωρίς καν προσωπικό χώρο στους κόλπους πολυμελών οικογενειών. «Εχουν, λοιπόν, μπροστά τους μια επώδυνη και χρονοβόρα διαδρομή, την οποία, όμως, πρέπει να διανύσουν μόνες τους», καταλήγει η κ. Πορτοκάλογλου. «Εμείς αποστασιοποιούμαστε, γιατί το ζητούμενο είναι να φτάσουν σε τέτοιο επίπεδο συνειδητότητας, όπου κανείς να μην μπορεί να τους επιβάλει μια επιλογή».
Οι Ταλιμπάν, ο έξαλλος πεθερός και «αυτός που με χτυπούσε κάθε βράδυ»
«Είχα πει ότι προτιμούσα να πεθάνω παρά να τον παντρευτώ», θυμάται η 24χρονη σήμερα Ασάλ, που βρίσκεται με τα δύο παιδιά της, πέντε και οκτώ ετών, στην Ελλάδα. «Στην Τουρκία φοβόμουν ότι θα με εντοπίσουν». Υπό άλλες συνθήκες η Ασάλ, που έμεινε χήρα προ τριετίας, όταν ο 30χρονος σύζυγός της που πολεμούσε στο πλευρό των Ταλιμπάν σκοτώθηκε σε μια μάχη, θα μπορούσε να συνεχίζει τη ζωή της στο Αφγανιστάν. «Ομως ο αδελφός του άνδρα μου δήλωσε ότι ήθελε να γίνω η τρίτη γυναίκα του, κάτι που δεν μπορούσα καν να διανοηθώ», σημειώνει. «Η θρησκεία μάς το επιτρέπει, αλλά δεν συνηθίζεται».
Το «όχι» της νεαρής κοπέλας δεν εισακούεται. «Φέρνει, λοιπόν, τον μουλά να… ευλογήσει την ένωσή μας και εγώ εκείνη τη στιγμή ενώπιον όλων βγάζω ένα μαχαίρι και κόβω τις φλέβες μου». Ο πεθερός της γίνεται έξαλλος, τη δέρνει και την κλείνει για δέκα ημέρες σε ένα δωμάτιο μαζί με τα παιδιά της. Καθώς, όμως, η κατάσταση της υγείας της επιδεινώνεται, αναγκάζονται να τη μεταφέρουν στο νοσοκομείο στην Καμπούλ. Για καλή της τύχη έχει ως σύμμαχο έναν αδελφό της, παντρεμένο με μία από τις κουνιάδες της. Αυτός πληρώνει έναν ταξιτζή και τον στέλνει στο νοσοκομείο. «Κρύβω επιμελώς τα παιδιά κάτω από την μπούργκα και επιβιβαζόμαστε στο αμάξι». Ο οδηγός την περνάει από τα χερσαία σύνορα στο Πακιστάν, στο Ιράν, στην Τουρκία και από εκεί έρχεται στην Ελλάδα. «Το χωριό μου στο βόρειο Αφγανιστάν ελεγχόταν από τότε από τους Ταλιμπάν, τώρα ελέγχεται όλη η χώρα», λέει με λύπη η κοπέλα. «Πολλά αδέλφια μου έχουν πάει στο Ιράν, εκτός από τον αγαπημένο μου αδελφό, που είναι εκεί και δεν επικοινωνώ μαζί του, για να τον προστατεύσω». Η Ασάλ είναι το 2019 η πρώτη γυναίκα που το έσκασε από το χωριό.
«Εδώ κατάφερα να πάρω το καθεστώς του πρόσφυγα, όμως καθώς δεν έχω κανένα χαρτί που να αποδεικνύει ότι έχω την επιμέλεια των παιδιών, δεν μπορώ να τα πάρω μαζί μου στη Γερμανία, όπου είναι η αδελφή μου και έχω δικαίωμα να πάω». Το επόμενο σοβαρό πρόβλημα αφορά τον βιοπορισμό, καθώς ως αναγνωρισμένη πρόσφυγας πλέον δεν δικαιούται στέγη, ούτε οικονομική βοήθεια. «Ψάχνω δουλειά, αλλά δεν έχω κάπου να αφήσω τα παιδιά μου, καθώς για ευνόητους λόγους δεν έχω σχέσεις με την κοινότητα», λέει.
«Η Ελλάδα με ελευθέρωσε»
Με προξενιό, όταν ήταν δεκαέξι, η Μουνίρα Χαμίντι παντρεύτηκε έναν συνομήλικό της ξάδελφο. «Ζούσαμε για χρόνια στο Ιράν, η Ελλάδα ήταν μια δική του απόφαση, εγώ δεν ήθελα να ακολουθήσω, αλλά ο πατέρας του επέμενε», διηγείται. «Δεν μπορούσα, βέβαια, να φανταστώ ότι η Ελλάδα θα μου επιφύλασσε την ελευθερία μου».
Ο σύζυγος αλλά και όλη η οικογένεια ασκούν σωματική βία στη Μουνίρα. Το ζευγάρι φθάνει προ 4ετίας στη Σάμο. Ο σύζυγος την πιέζει να βγάλει πιστοποιητικό ως ψυχικά ασθενής με το πρόσχημα ότι έτσι θα μεταφερόταν πιο γρήγορα στην Αθήνα. «Συμπατριώτες μου, όμως, με προειδοποιούν να μην το κάνω, γιατί θα έχανα και την επιμέλεια της κόρης μου και τη δυνατότητα να κινούμαι μόνη μου». Εκείνος τη χτυπάει κάθε βράδυ για να τη μεταπείσει. Ταυτόχρονα έχει εξωσυζυγική σχέση, ξοδεύει για χατίρι της όλο το cash assistance. Ετσι, η Μουνίρα αποφασίζει να ζητήσει βοήθεια, καθώς έχουν μεταφερθεί στο μεταξύ σε καταυλισμό στην Αττική. «Απευθύνομαι κάθε μέρα σε όποιον εκπρόσωπο οργάνωσης βρίσκω, λέω άπειρες φορές την ιστορία μου».
Όταν αποφασίζουν να του κάνουν σύσταση, σταματάει το ξύλο. Στο επόμενο μεγάλο συμβάν, ενώπιον του παιδιού, απομακρύνουν τη Μουνίρα σε ξενώνα και δρομολογείται το διαζύγιο. «Συναίνεσε εύκολα στο διαζύγιο, γιατί, κακά τα ψέματα, ούτε εκείνος ήθελε αυτόν τον γάμο», καταλήγει. «Έκτοτε δεν με έχει ξαναενοχλήσει».
- 177 γυναίκες και 232 παιδιά πρόσφυγες φιλοξενήθηκαν σε ξενώνες για γυναίκες θύματα έμφυλης βίας, από 1/11/2019 έως 30/9/2021.
- 71 γυναίκες πρόσφυγες και μετανάστριες υποστηρίχθηκαν μέσω της διερμηνείας σε 12 Συμβουλευτικά Κέντρα και 10 ξενώνες φιλοξενίας, κατά την περίοδο Απριλίου 2020 – Οκτωβρίου 2020.
- 263 συνεδρίες πραγματοποιήθηκαν με τη βοήθεια της διερμηνείας, κυρίως με φυσική παρουσία και λιγότερο μέσω τηλεφώνου/Skype (Συνεργασία UNICEF, METAδραση, ΚΕΦΙ).
Πηγή: Γενική Γραμματεία Ισότητας, 1η και 2η Ετήσια Έκθεση για τη Βία Κατά των Γυναικών.
Ιωάννα Φωτιάδη-kathimerini.gr