ΕΛΛΑΔΑ

Αλλαγές στο «χτίσιμο» του αφορολόγητου – POS θα φτάσετε στο 30% που απαιτείται

Από την 1η Ιανουαρίου του 2020 τέθηκε σε ισχύ το νέο όριο δαπάνης εισοδημάτων με αποδείξεις (ηλεκτρονικές) του 30%, όπως προβλέπει το νέο φορολογικό νομοσχέδιο. Πώς θα χτίσετε το αφορολόγητο.

Αυτό σημαίνει ότι μισθωτοί, συνταξιούχοι, ελεύθεροι επαγγελματίες, αγρότες και όσοι αποκτούν εισοδήματα από ακίνητα θα πρέπει να εξοφλούν με πλαστικό χρήμα ή με άλλα ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής δαπάνες αγοράς αγαθών και παροχής υπηρεσιών, αξίας ίσης με το 30% του συνολικού ετήσιου πραγματικού εισοδήματός τους.

Σε περίπτωση μη κάλυψης του απαιτούμενου ποσοστού θα επιβάλλεται ποινή φόρου με συντελεστή 22% στο ακάλυπτο ποσό, τη διαφορά δηλαδή ανάμεσα στις απαιτούμενες e-αποδείξεων και αυτές που θα εμφανίσει ο φορολογούμενος.

Στο εισόδημα, που θα λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό του 30%, δεν περιλαμβάνονται η ειδική εισφορά αλληλεγγύης και τυχόν δαπάνες του φορολογούμενου για διατροφή. Ανώτατο όριο στο ποσό των δαπανών είναι τα 20.000 ευρώ, ανεξαρτήτως εισοδήματος, ενώ σε κάθε φορολογούμενο του οποίου έχει κατασχεθεί ο τραπεζικός λογαριασμός το απαιτούμενο όριο δαπανών θα περιορίζεται στα 5.000 ευρώ.

Τέλος επισημαίνεται πως στις δαπάνες, που θα λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη του 30% περιλαμβάνονται έξοδα όπως: έξοδα για πληρωμές λογαριασμών ΔΕΚΟ και κοινοχρήστων,δίδακτρα, ιατρικές επισκέψεις, ιατρικές εξετάσεις,νοσήλια και ασφάλιστρα, ενώ εξαιρούνται τα ενοίκια.

Σύμφωνα με τις διατάξεις του άρθρου 7 του πρόσφατα ψηφισθέντος φορολογικού νόμου 4646/2019:

1) Κάθε φορολογούμενος με ετήσιες απολαβές προερχόμενες εκ μιας ή περισσοτέρων από τις 5 βασικές πηγές εισοδήματος, δηλαδή από μισθούς, συντάξεις, επιχειρηματική δραστηριότητα, αγροτικές εκμεταλλεύσεις και ενοίκια ακινήτων, θα πρέπει να πραγματοποιήσει εντός του έτους 2020 δαπάνες για αγορές αγαθών και παροχή υπηρεσιών συνολικού ύψους ίσου με το 30% του ετήσιου ατομικού πραγματικού εισοδήματός του από τις πηγές αυτές. Για να αναγνωριστούν οι δαπάνες αγοράς αγαθών και παροχής υπηρεσιών θα πρέπει να εξοφληθούν με πιστωτικές ή χρεωστικές κάρτες ή με άλλα ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής (προπληρωμένες κάρτες, πληρωμές μέσω e-banking κ.λπ.).

Στο εισόδημα που θα λαμβάνεται υπόψη για τον υπολογισμό του 30% δεν θα περιλαμβάνονται η ειδική εισφορά αλληλεγγύης και τυχόν δαπάνες του φορολογούμενου για διατροφή. Επιπλέον, στο εισόδημα από μισθωτή εργασία που θα λαμβάνεται υπόψη θα περιλαμβάνονται και αφορολόγητα ποσά επιδομάτων και άλλων παροχών, όπως π.χ. το επίδομα επικίνδυνης εργασίας, το οικογενειακό επίδομα που χορηγείται από τον ΟΠΕΚΑ και το επίδομα στέγασης. Τεκμαρτά εισοδήματα προσδιοριζόμενα με βάση τα τεκμήρια διαβίωσης και απόκτησης περιουσιακών στοιχείων δεν θα λαμβάνονται υπόψη.

2) Από την κάλυψη του ποσοστού 30% εξαιρούνται οι έχοντες εισοδήματα άνω των 66.667 ευρώ. Για τους φορολογούμενους αυτούς θα προβλέπεται ανώτατο όριο 20.000 ευρώ στο ποσό των δαπανών που θα πρέπει να πραγματοποιούν με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής. Δηλαδή όσοι φορολογούμενοι έχουν ετήσιο πραγματικό εισόδημα άνω των 66.667 ευρώ θα αρκεί να καλύψουν ποσό δαπανών 20.000 ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί σε ποσοστά χαμηλότερα του 30%.

3) Από την υποχρέωση να έχουν καλύψει το πολύ υψηλό ποσοστό του 30% του ετήσιου πραγματικού εισοδήματος με δαπάνες για αγορές αγαθών και παροχή υπηρεσιών εξοφληθείσες με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής θα εξαιρεθούν επίσης και όσοι φορολογούμενοι θα έχουν πραγματοποιήσει το 2020 δαπάνες για πληρωμές φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων και ΕΝΦΙΑ, για τοκοχρεωλυτικές δόσεις δανείων και για ενοίκια, οι οποίες υπερβαίνουν αθροιστικά το 60% του ετήσιου πραγματικού εισοδήματος.

Οι φορολογούμενοι αυτοί θα πρέπει να καλύψουν ποσοστό 20% του ετήσιου πραγματικού εισοδήματος με δαπάνες για αγορές αγαθών και παροχή υπηρεσιών εξοφληθείσες με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής. Προϋπόθεση όμως για να ισχύσει αυτό το μειωμένο ποσοστό είναι οι δαπάνες για φόρους, δάνεια και ενοίκια να έχουν εξοφληθεί με ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής.

4) Σε κάθε φορολογούμενο του οποίου έχει κατασχεθεί ο τραπεζικός λογαριασμός, το απαιτούμενο όριο δαπανών θα περιορίζεται στις 5.000 ευρώ.

5) Σε κάθε περίπτωση φορολογουμένου ο οποίος δεν θα έχει καταφέρει να πραγματοποιήσει το απαιτούμενο συνολικό ποσό δαπανών, το «ακάλυπτο» ποσό θα φορολογείται με 22%. Π.χ. σε περίπτωση που το ετήσιο ατομικό εισόδημα ανέρχεται σε 10.000 ευρώ, το απαιτούμενο ποσό δαπανών έτους 2020 ανέρχεται σε 3.000 ευρώ (30% των 10.000 ευρώ). Αν ο φορολογούμενος που έχει αυτό το εισόδημα πραγματοποιήσει συνολικό ποσό δαπανών 1.000 ευρώ, τότε θα χρεωθεί με επιπλέον φόρο 22% επί της «ακάλυπτης» διαφοράς των 2.000 ευρώ, δηλαδή θα κληθεί να καταβάλει επιπλέον φόρο 440 ευρώ (2.000 ευρώ Χ 22%).

6) Στις δαπάνες που θα λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη του ποσοστού αυτού περιλαμβάνονται τα περισσότερα από τα καθημερινά, μηνιαία και ετήσια έξοδα κάθε νοικοκυριού, όπως οι δαπάνες για αγορές τροφίμων, ποτών, ρούχων, παπουτσιών, κλινοσκεπασμάτων, χαρτικών ειδών, τσιγάρων, ειδών υγιεινής και καθαριότητος, για αγορές ηλεκτρικών, ηλεκτρονικών συσκευών, επίπλων και άλλων διαρκών ειδών οικιακής χρήσης, οι δαπάνες για παντός είδους υπηρεσίες επισκευών, καθώς και τα έξοδα για πληρωμές λογαριασμών ΔΕΚΟ και κοινοχρήστων, για δίδακτρα, ιατρικές επισκέψεις, ιατρικές εξετάσεις, νοσήλια και ασφάλιστρα.

Εξαιρούνται οι πληρωμές για ενοίκια, δάνεια, φόρους και τέλη υπέρ του Δημοσίου, καθώς και οι δαπάνες για αγορές ακινήτων, αυτοκινήτων, δικύκλων (πλην ποδηλάτων), σκαφών, αεροπλάνων, αεροσκαφών, αποταμιευτικών και επενδυτικών προϊόντων (μετοχών, ομολόγων κ.λπ.).δαπανών αξίας 30% του συνολικού ετήσιου πραγματικού εισοδήματος.