Ακαδημία Πλάτωνος: Εξαιρετική μικρογραφία της σύγχρονης Ελλάδας από τον Φίλιππο Τσίτο
«Ακαδημία Πλάτωνος» (2009): Το μεγαλείο στην ταινία του Φίλιππου Τσίτου είναι ότι μέσα στα στενά όρια μιας αθηναϊκής πλατείας φτιάχνει τη μικρογραφία της σύγχρονης Ελλάδας: τέσσερις «Ελληνάρες» αραχτοί σε καρέκλες στον δρόμο. Φραπεδιά, τσιγάρο, κουτσομπολιό, ποδόσφαιρο. «Ξερολίαση» και ρατσισμός. Χλευάζουν τους Κινέζους που δουλεύουν σαν σκλάβοι και, αν το σκυλί τους γαβγίσει σε περαστικό, αυτό σημαίνει ότι είναι Αλβανός!
«Αρχηγός» της παρέας, ο Σταύρος, ο Αντώνης Καφετζόπουλος (δίπλα στους Γιώργο Σουξέ, Κώστα Κορωναίο, Παναγιώτη Σταματάκη). Αλογοουρά, τζιν παντελόνι, πέτσινο μπουφάν και μάτια κουρασμένα από αϋπνία και ανία. Θυμίζει συνταξιούχο ροκά και, πράγματι, τα βράδια ακούει χαρντ ροκ του ΄70 με τα τεράστια, παλιομοδίτικα ακουστικά του. Ο μικρόκοσμος του Σταύρου, βυθισμένος στο τίποτε και στο πουθενά, θα καταρρεύσει πλήρως μόλις στην ιστορία προκύψει ένας Αλβανός (Αναστάς Κοζντίνε) ο οποίος ισχυρίζεται ότι είναι ο χαμένος γιος της μητέρας του Σταύρου, άρα αδελφός του! Αντίο, ταυτότητα…
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Οι Τεμπέληδες της Εύφορης Κοιλάδας: Η σουρεαλιστική αλληγορία του Νίκου Παναγιωτόπουλου
Το δίλημμα για τον ήρωα είναι τυραννικό: «Να ξυπνήσεις ένα πρωί και να μην ξέρεις ποιoς είσαι. Έλληνας ή Αλβανός;». Το ευφυές εύρημα που εισάγει ο Φίλιππος Τσίτος στην ταινία «διαβάζει» την ελληνική ξενοφοβία από την άλλη πλευρά. Η ταυτότητα είναι η ραχοκοκαλιά του νεοέλληνα. Εάν κλονιστεί καταρρέει το οικοδόμημα.
Κανένας καταγγελτικός τόνος ή διδακτισμός. Όπως λέει και ο ίδιος ο σκηνοθέτης, αυτή τη φορά, στη δεύτερη μεγάλου μήκους ταινία του, «ο ξένος είναι η αφορμή». Το θέμα είναι ο Ελληνας. Μέσα σε ένα περιβάλλον που διευρύνει διαρκώς τον πολυπολιτισμικό χαρακτήρα του, σε συνοικίες που αλλάζουν όψη και περιεχόμενο, η εμμονή σε ένα φοβικό εθνοκεντρισμό είναι τουλάχιστον απόδραση από την πραγματικότητα. Η αναγκαστική επαφή με τον «Άλλον» ωθεί τον ήρωα να αφουγκραστεί ανάγκες και επιθυμίες, να διατυπώσει τα θέλω του, να έρθει αντιμέτωπος με εκείνο που «δεν του αρέσει» γιατί, απλώς, το αγνοεί.
Όπως η ερμηνεία του Καφετζόπουλου, έτσι και η σκηνοθεσία του Τσίτου ισορροπεί με χάρη μπαλαρίνας των Μπολσόι ανάμεσα στην κωμωδία και στο δράμα: παρεΐστικη ατμόσφαιρα την οποία θα ζήλευε ακόμη και ο Τζιμ Τζάρμους, γήινο, γλυκόπικρο χιούμορ, εύστοχες παρατηρήσεις, όπως π.χ. το ότι κανένας Έλληνας δεν εργάζεται, παρά μόνον οι ξένοι, βαθιά ευαισθησία: το πώς ο Σταύρος φροντίζει την ηλικιωμένη μητέρα του (απόλαυση η Τιτίκα Τσιριγκούλη) ή το πώς επιμένει να ζητεί μία ακόμη ευκαιρία από την πρώην του (Μαρία Ζορμπά). Όλα αυτά και άλλα πολλά δημιουργούν ένα σύμπαν που σφραγίζεται για πάντα στην καρδιά σου.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ:
Στην Παγίδα του Νόμου: Η απόλυτα ανεξάρτητη και ανεξίτηλη ταινία του Τζιμ Τζάρμους
Στην πρώτη μεγάλου μήκους (γερμανική) παραγωγή του, το «My sweet home», ο Φίλιππος Τσίτος προσέγγιζε μετανάστες στο Βερολίνο, καταγράφοντας, παραμονή ενός γάμου σε ένα μπαρ, αντιδράσεις και διαθέσεις. Ο σκηνοθέτης εισάγει πάντα ένα στοιχείο αιφνιδιασμού. Αυτό που ανατρέπει τη ρουτίνα στην «Ακαδημία Πλάτωνος» είναι σαρκαστικό, κυνικό και την ίδια στιγμή τρυφερά ανθρώπινο. Ο «Ελληνάρας» μοιάζει αποκρουστικός μέσα στον καιροσκοπικό ηδονισμό του και στην ασφάλεια του «οίκου» του. Όταν όμως το έδαφος υποχωρεί, οι τριγμοί μπορεί να προκαλούν αμηχανία, επιθετικότητα, αλλά διαλύουν και τα νέφη.
Η ταινία, μικρή στο μέγεθός της, συνθέτει με αδρές γραμμές, σύντομες πινελιές και χιούμορ, το παζλ μιας πτυχής της ελληνικής πραγματικότητας, εστιάζοντας σε αυτήν τη μεσοβέζικη κατάσταση του «περίπου». Περίπου μπερδεμένος, μίζερος, συμπαθητικός. Ο Αντώνης Καφετζόπουλος ισορροπεί θαυμάσια σε αυτήν την αδιαφανή περιοχή, αποδίδοντας τις αποχρώσεις και μεταπτώσεις και αποφεύγοντας τη γραφικότητα.
Ο Φίλιππος Τσίτος για τον χαρακτήρα του Σταύρου
«Ο χαρακτήρας του Σταύρου, σίγουρα, δεν είναι η ρεαλιστική απεικόνιση ενός Έλληνα. Είναι μια μεταφορά, μια σύμπτυξη πολλών χαρακτηριστικών που συναντάμε σε αρκετούς δίπλα μας. Η γειτονιά του Σταύρου αλλάζει, και ενώ, αρχικά, βλέπουμε ότι ο ίδιος και οι φίλοι του δεν καλοβλέπουν την αλλαγή αυτή, σταδιακά μέσα από την προσωπική ιστορία του Σταύρου είναι πιο δεκτικοί στα όσα συμβαίνουν γύρω τους. Στην ταινία δεν υπάρχουν απαντήσεις στο ποιος είναι ο Σταύρος και αν είναι Έλληνας ή Αλβανός. Ο ίδιος, βέβαια, θεωρεί πολύ σημαντικό να μάθει· να ξέρει ποιος είναι. Αυτό όμως που έχει σημασία είναι αυτά που του συμβαίνουν, αυτά που ανακαλύπτει στην πορεία προς τη γνώση τού «ποιος είναι». Νομίζω, ότι ο Σταύρος είναι αυτός που καταλαβαίνει ο κάθε θεατής βλέποντας την ταινία».
Κύριες Διακρίσεις
- Βραβείο αντρικής ερμηνείας (Αντώνης Καφετζόπουλος), οικουμενικής επιτροπής και Βραβείο Νεότητας στο φεστιβάλ του Λοκάρνο.
- Υποψήφιο για το βραβείο LUX του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου.
- Βραβείο καλύτερης ταινίας στο φεστιβάλ Τιράνων.
- Βραβείο πρώτου αντρικού ρόλου (Αντώνης Καφετζόπουλος) στα βραβεία Ίρις. Υποψήφιο για καλύτερη ταινία, σκηνοθεσία και σενάριο
livethere.gr με πληροφορίες από ΤΟ ΒΗΜΑ – Ζουμπουλάκης Γιάννης / ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ – Κατσουνάκη Μαρία