Έρευνα: Ναρκωτικά και αλκοόλ δεν κάνουν πιο δημιουργικούς καλλιτέχνες και συγγραφείς
Από το πάθος του Χέμινγουεϊ και του Μπουκόφσκι για το ποτό ως την αγάπη του Βαν Γκογκ για το αψέντι και τη ροπή του Άντι Γουόρχολ προς τα ναρκωτικά, η ιδέα που έχει παγιωθεί στη λαϊκή συνείδηση πως ουσίες και αλκοόλ εμπνέουν μεγάλη τέχνη, αποδεικνύεται μια πλάνη.
Είναι πιθανότατα ένας μεγάλος μύθος, λένε οι επιστήμονες, υποστηρίζοντας πως ναρκωτικά και αλκοόλ δεν ενθαρρύνουν τη δημιουργικότητα. Αντιθέτως, τα ταξίδια, ο πολιτισμός, ο διαλογισμός, η άσκηση είναι πιο αποτελεσματικά στο πεδίο αυτό.
«Δεν κάνουν τίποτα για τη δημιουργικότητα. Οι άνθρωποι δεν ωφελούνται από αυτά – δεν έχει κανένα απολύτως αποτέλεσμα», διακηρύσσει ο δρ. Πολ Χέινελ του τμήματος Ψυχολογίας στο πανεπιστήμιο του Έσεξ.
«Αυτό που ακούμε στα μέσα ενημέρωσης είναι για ανθρώπους που ενισχύουν τη δημιουργικότητά τους με τη χρήση ναρκωτικών. Όμως, αυτό που δεν ακούμε είναι οι περιπτώσεις όσων έκαναν χρήση ναρκωτικών, λιποθύμησαν και η δημιουργικότητά τους ήταν μικρότερη», σημειώνει ο ίδιος.
Οι ερευνητές από τα πανεπιστήμια του Έσεξ και του Χούμπολτ στο Βερολίνο, εξέτασαν εκατοντάδες μελέτες για να καταλήξουν στο συμπέρασμά τους. Επιστημονικό άρθρο που δημοσιεύτηκε μετά από τη δική τους μελέτη, διαπιστώνει πως οι άνθρωποι που πήραν ψιλοκυβίνη (σ.σ ψυχοτρόπος ουσία που παράγεται φυσικά, κυρίως από είδη μανιταριών), ένιωθαν πιο δημιουργικοί ενόσω βρίσκονταν υπό την επήρεια, αλλά στην πραγματικότητα οι επιδόσεις τους ήταν χαμηλότερες σε σχέση με εκείνες σε νηφάλια κατάσταση.
«Οι ιδέες που γεννιούνται υπό την επήρεια ουσιών συχνά φαίνονται ασύνδετες ή ακατάλληλες ως λύσεις αργότερα. Δεδομένης της πληθώρας παρενεργειών που συνδέονται με τη χρήση ναρκωτικών, είναι επιστημονικά επισφαλές να συνιστάται η κατανάλωσή τους στην αναζήτηση δημιουργικότητας», λέει η Τζένιφερ Χάαζε, μία από τους συντάκτες της μελέτης.
Παρόλα αυτά, ο Χέινελ αναγνώρισε πως υπό συγκεκριμένες συνθήκες, ίσως κάποια ναρκωτικά ενισχύουν τη δημιουργικότητα. Ο ίδιος επικαλείται την περίπτωση που κάποιος κάνει χρήση παραισθησιογόνων, δει κάποιο όραμα και από αυτό εμπνευστεί.
Τα ευρήματα αυτής της μελέτης φαίνεται να καταρρίπτουν αναδρομικά τους καλλιτέχνες, συγγραφείς, δημοσιογράφους, περφόρμερ που έχουν παραδεχτεί δημοσίως πως κάποια από τα «παιδιά» τους ήταν αποτέλεσμα δημιουργικότητας υπό την επήρεια ουσιών ουσιών.
Σύμφωνα, πάντως, με τη Ρόνα Κραν, αναπληρώτρια καθηγήτρια Λογοτεχνίας στο πανεπιστήμιο του Μπέρμιγχαμ, που μελετά συγγραφείς και ποιητές που συνδέθηκαν με ναρκωτικά, η ρομαντική αυτή άποψη των εθισμένων δημιουργών απορρέει από την κοινωνικά συντηρητική μεταπολεμική κουλτούρα και ανήκει ολοένα και περισσότερο στο παρελθόν.
«Η αντικουλτούρα της δεκαετίας του 1960, και το προοίμιό της στη δεκαετία του 1950, ήταν μια κουλτούρα κατανάλωσης αλκοόλ/ναρκωτικών» με τους καλλιτέχνες να περνούν τον χρόνο τους κοινωνικοποιούμενοι σε μπαρ, πάρτι και κλαμπ της Νέας Υόρκης όπου έρχονταν σε επαφή, μοιράζονταν ιδέες, έκλειναν συμφωνίες και “γεννούσαν” συνεργασίες», λέει η ίδια, προσθέτοντας όμως πως όλο αυτό ουσιαστικά έκρυβε τα προβλήματα εθισμού, την εγκληματικότητα, τους πρόωρους θανάτους, καθώς και την κουλτούρα αποκλεισμού για πολλούς ανθρώπους.
Πηγή: Guardian